Το όνομά του είναι Μίνως Ζομπανάκης. Αν και παραμένει άγνωστος στο ευρύ κοινό, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους βετεράνους τραπεζίτες σε όλο τον κόσμο, η κίνηση του οποίου να επινοήσει το «επιτόκιο Libor» (έχει μεινει γνωστός ως ο \”Πατέρας του Libor\” έθεσε τις βάσεις για τη σύγχρονη μορφή δανεισμού και άθελά του για τη σημερινή κρίση, αποτέλεσμα του άκρατου υπερδανεισμού!

Γεννημένος το 1926 σε ένα φτωχό ψαροχώρι των Χανίων στην Κρήτη, ο 86χρονος σήμερα Μίνως Ζομπανάκης, ένας από τους σημαντικότερους πλέον οικονομολόγους στον κόσμο, κατάφερε να γίνει δεκτός στο περίφημο αμερικανικό πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και να βγει με δύο μάστερ και παραλίγο με ένα διδακτορικό στα οικονομικά, το οποίο όμως δεν ολοκλήρωσε καθότι δεν στόχευε σε ακαδημαϊκή σταδιοδρομία.

Η αποφασιστικής σημασίας συμβολή του στη διαμόρφωση της παγκόσμιας οικονομίας ήρθε στα τέλη της δεκαετίας του \’60, όταν επινόησε το «επιτόκιο Libor». Όπως έχει ο ίδιος έχει εξηγήσει πολλές φορές στο παρελθόν: «Το επιτόκιο Libor δημιουργήθηκε για τις ρεαλιστικές ανάγκες των κοινοπρακτικών δανείων και μετεξελίχθηκε σε επιτόκιο αναφοράς γενικότερα».

Το εν λόγω επιτόκιο έγινε η αφορμή για την απελευθέρωση της διακίνησης των κεφαλαίων, θέτοντας τις βάσεις για τη σύγχρονη μορφή δανεισμού και… μοιραία για το κατοπινό φαινόμενο του υπερδανεισμού που οδήγησε στη σημερινή κρίση και στη «βουτιά» της παγκόσμιας οικονομίας.

Όπως επισημαίνει, όμως, και πάλι ο ίδιος, το «επιτόκιο Libor» απευθυνόταν σε συνθήκες εντελώς διαφορετικές από τις σημερινές, σε μία οικονομία που δεν μοιάζει καθόλου με τη μορφή που αυτή έχει προσλάβει σήμερα, καθώς τότε κανείς δεν διανοούνταν ότι ο δανεισμός θα ενείχε στοιχεία απάτης. Οι τραπεζικοί όροι εξαρτώνταν από την καλή θέληση των εμπλεκομένων, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα:

«Η αγορά σήμερα είναι πολύ διαφορετική. Τα τραπεζικά ιδρύματα και οι οργανισμοί αξιολόγησης είναι πια τόσο μεγάλοι που ο πρόεδρος μιας τράπεζας δεν έχει ιδέα τι επιτόκια πρόκειται να προσφέρει κάποιος χαμηλόβαθμος. Υπάρχει πάντα κίνδυνος κάποιος εξυπνάκιας να κάνει το οτιδήποτε για να πάρει μπόνους».

Δείτε το άρθρο εδώ

Λίγα λόγια για το Μίνωα Ζομπανάκη

Σύμβουλος κυβερνήσεων

Ο Μίνωας Ζομπανάκης, όπως αναφέρεται σε παλιότερη δημοσίευμα της Καθημερινής με συνέντευξη του \”Πατέρα του Libor\”,  δραστηριοποιούνταν όλες αυτές τις δεκαετίες κυρίως στο εξωτερικό, πάντοτε όμως διατηρούσε στενές σχέσεις με το ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι. «Υπήρξα άτυπος και άμισθος σύμβουλος των ελληνικών κυβερνήσεων», τονίζει, δηλαδή συνομιλητής του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Μητσοτάκη.

«Θυμάμαι τον Οκτώβριο του \’74, ο Καραμανλής μου έλεγε ότι το μεγάλο σφάλμα της ζωής του ήταν που έβγαλε την Ελλάδα από το ΝΑΤΟ. Κυρίως, με συμβουλευόταν σε θέματα οικονομικής πολιτικής. Οποτε βρισκόμουν στην Αθήνα κανόνιζε συνάντηση των υπουργών που είχαν άμεση σχέση με τα οικονομικά. Την περίοδο που συζητιόταν η ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ, με ρώτησε ποιες θα είναι οι αρνητικές επιπτώσεις από αυτήν την κίνηση. Του μίλησα για τις εμπειρίες των άλλων κρατών, προπάντων της Αγγλίας. Η Αγγλία ακολουθούσε από αιώνες πολιτική φθηνών τροφίμων. Η κοινή ευρωπαϊκή πολιτική έφερε όμως στην Αγγλία μια αύξηση τιμών στα τρόφιμα πάνω από 60%. Και μου λέει τότε ο Καραμανλής: «Ακουσε, Ζομπανάκη, για δύο λόγους θέλω να βάλω την Ελλάδα στην ΕΟΚ. Πρώτον, για να μας σέβονται οι εχθροί μας και, δεύτερον, για να ανοίξω τις πόρτες της Ευρώπης στον Ελληνα επιχειρηματία. Εμείς δεν είμαστε βιομηχανική χώρα, μεταπράτες είμαστε και σε τριάντα χρόνια η Ευρώπη θα είναι ένα σουβλατζίδικο».

»Θυμάμαι ακόμα τις σκέψεις που έκανε περί της αποχωρήσεώς του από την πρωθυπουργία. Μου έλεγε: «Κανένας δεν μπορεί να εμποδίσει τον Ανδρέα από το να έρθει στην εξουσία και δεν θα είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα ψηφίζει την καταστροφή της – εννοώντας, κατά τη γνώμη μου, τις εκλογές του 1920. Ηθελε όμως να μην αφήσει τον Μητσοτάκη να τον διαδεχθεί στην ηγεσία της Ν.Δ. Διότι ο Καραμανλής πίστευε ότι αν ο Μητσοτάκης γίνει επικεφαλής της Ν.Δ. θα τσακώνεται συνεχώς με τον Ανδρέα και θα ζημιωθεί η Ελλάς. Να με διαδεχθεί ο Στεφανόπουλος, έλεγε, ένας ήπιος άνθρωπος. Είμαι βέβαιος, μου είχε πει, ότι μπορώ να πείσω τον Ανδρέα να τον έχει αντιπρόεδρο σε μια κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας».

»Βλέπετε, πολλοί καλοθελητές διέβαλαν τον Μητσοτάκη στον Καραμανλή, ότι είναι κεντρώος, ότι είναι αποστάτης, ότι είναι ξένο σώμα από το Κόμμα των Φιλελευθέρων κ.τ.λ. Αλλά και ο Μητσοτάκης είχε αποφασίσει να μην δοκιμάσει να διαδεχθεί τον Καραμανλή. Δεν είχε στόχο την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Θυμάμαι, μια Κυριακή συναντηθήκαμε σπίτι του στην Κρήτη και θα είχε ραντεβού με τον Καραμανλή την Τρίτη, όπου θα του έλεγε, κοίταξε να δεις, το κόμμα είναι δικό σου, εγώ δεν έχω καμία επιθυμία να σε διαδεχθώ. Χωρίς να το ξέρει όμως ο Μητσοτάκης, ο Καραμανλής είχε στείλει τον Λαμπρία στην Κέρκυρα να βρει τον Αβέρωφ να του ζητήσει την παραίτηση από την προεδρία του κόμματος. Ο Αβέρωφ έγινε έξω φρενών και οργάνωσε όλη την κίνηση μέσα στο κόμμα υπέρ του Μητσοτάκη – μαζί του ήταν και ο νεαρός τότε Σαμαράς».

Αρίστευσα στο Χάρβαρντ, αν και τον Κέινς ούτε ως όνομα δεν τον ήξερα

Σε νεαρή ηλικία, ο Μ. Ζομπανάκης θα βρεθεί να αντιπροσωπεύει τη Διοίκηση Εξωτερικού Εμπορίου μέσα από την Τράπεζα της Ελλάδος. «Ο Αμερικανός προϊστάμενός μου είχε εμπιστευθεί τη σφραγίδα του και στα 22 μου συντόνιζα την εκτέλεση των αδειών εισαγωγής». Μετά τη στρατιωτική θητεία (κι ένα πέρασμα από τον πόλεμο της Κορέας όπου υπηρέτησε ως μάχιμος), ο Μ. Ζομπανάκης θα εργαστεί στην ομάδα του Γιώργου Καρτάλη, υπεύθυνου για το πρόγραμμα σταθεροποιήσεως της ελληνικής οικονομίας. «Αριστος οικονομολόγος, από τους κορυφαίους υπουργούς Εθνικής Οικονομίας στη μεταπολεμική Ελλάδα. Η σημερινή οικονομική κρίση μου θυμίζει πολύ την εποχή του Καρτάλη. Θυμάμαι ακόμα πόσο εναντίον ήταν ο Καρτάλης στην εκτέλεση του Μπελογιάννη, όπως και ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο. Γι\’ αυτό μια μέρα ο Πλαστήρας πήρε μόνος του την απόφαση. Ο Πλαστήρας ήταν μέγας αντικομμουνιστής. Κι αυτό διότι στην υποχώρηση της Μικράς Ασίας, είχε αντιμετωπίσει γιάφκες κομμουνιστών μέσα στον ελληνικό στρατό».

Το μεγάλο βήμα για τον Μ. Ζομπανάκη θα έρθει το 1952. «Τότε με έστειλε ο Μαντζαβίνος, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, στην Ουάσιγκτον, στην επιτροπή επαλήθευσης των λογαριασμών του Σχεδίου Μάρσαλ. Εκεί έμεινα ώς το 1955. Αλλά έπρεπε πια να σπουδάσω. Με μια μαύρη Κράισλερ που άνοιγε μόνο η μία πόρτα της, πήγα στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης του Χάρβαρντ. Δεν είχα πτυχίο αλλά πλούσιο βιογραφικό και συστατικές επιστολές – μία ήταν από έναν Αμερικανό υφυπουργό Οικονομικών. Με τα πολλά, δέχθηκαν να παρακολουθήσω τα μαθήματα χωρίς να έχω δικαίωμα να δώσω εξετάσεις. Οταν βρέθηκα να βοηθάω τους συμφοιτητές μου, μου επέτρεψαν να δώσω εξετάσεις και αρίστευσα – μολονότι τον Κέινς ούτε ως όνομα δεν τον ήξερα. Στο μεταξύ, λίγο πριν πάω στο Χάρβαρντ παντρεύτηκα τη μνηστή μου, η οποία είχε έρθει από την Ελλάδα».

Στη Βηρυτό

Λίγο μετά την αποφοίτησή του, περπατώντας στο Κέμπριτζ της Βοστώνης, ο Μ. Ζομπανάκης θα συναντήσει τυχαία τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη. Ο τελευταίος θα του προτείνει να εργαστεί ως οικονομολόγος σε οικιστικό πρότζεκτ στον Λίβανο. Το ζεύγος Ζομπανάκη θα παραμείνει δέκα μήνες στη Βηρυτό, αλλά μετά, ο δαιμόνιος Κρητικός θα διοριστεί ως γενικός αντιπρόσωπος αμερικανικής τράπεζας με έδρα τη Ρώμη, αναλαμβάνοντας τον τομέα της Μέσης Ανατολής. «Ηταν στη Manufacturers Trust της Νέας Υόρκης. Σιγά σιγά ανέλαβα όλη την Ιταλία, επεκτάθηκα στην Ευρώπη κι έγινα ο πιο γνωστός τραπεζίτης στη Μέση Ανατολή ώσπου το 1969 πήγα στο Λονδίνο για να δημιουργήσω μια νέα τράπεζα προκειμένου να θέσω σε εφαρμογή την ιδέα που είχα για τα κοινοπρακτικά δάνεια. Τότε δημιούργησα τα LIBOR (σήμερα είναι γνωστό ως το επιτόκιο αναφοράς) κι έθεσα τις βάσεις για τη σύγχρονη μορφή δανεισμού απελευθερώνοντας τη διακίνηση των κεφαλαίων. Το 1970 κινούσαμε το 40% των κρατικών δανείων του κόσμου. Αποδείξαμε στη διεθνή αγορά ότι μπορούσαμε να βρούμε χρήματα και να αποφύγουν χώρες με έλλειμμα την πειθαρχία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».

Ζωντανή ιστορία…

Οπως αντιλαμβάνεται κανείς, η ιστορία του Μίνωα Ζομπανάκη είναι ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Γεννημένος το 1926 στις Καλύβες, ένα ψαροχώρι δεκαπέντε χιλιόμετρα ανατολικά των Χανίων, έζησε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. «Ο πατέρας μου ήταν δήμαρχος. Οταν ήρθαν το \’40 οι Εγγλέζοι κι έφτιαξαν βάση στη Σούδα, με έστειλε να δουλέψω εκεί με έναν βαφτισιμιό του. Ξυπνούσαμε στις έξι το πρωί και πηγαίναμε με τα πόδια, γυαλίζαμε τα παπούτσια των αξιωματικών, ετοιμάζαμε πρωινό, πλέναμε τα πιάτα, το ίδιο κάναμε μεσημέρι και βράδυ και φεύγαμε 11 το βράδυ. Πενήντα δύο δραχμές ήταν το κατώτερο μεροκάματο επί Μεταξά, αυτοί μας έδιναν 95 δρχ. Hταν τα πρώτα χρήματα που έβγαλα στη ζωή μου».

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook