Κοντά σε υψηλά επίπεδα διετίας διατηρήθηκε τον Ιανουάριο ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα, στις 85,8 μονάδες, αν και «διόρθωσε» ελαφρώς από τον προηγούμενο μήνα, όπως ανακοίνωσε σήμερα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).

Από τους επιμέρους τομείς, καταγράφεται σε όλους άνοδος των επιχειρηματικών προσδοκιών, πλην Βιομηχανίας, όπου οι σχετικές εξελίξεις φανερώνουν σταθερότητα. Στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, ο σχετικός δείκτης υποδηλώνει σταθεροποίηση, σε πολύ χαμηλά όμως επίπεδα. Οι αβεβαιότητες των προηγούμενων μηνών έχουν σαφώς αμβλυνθεί, ενώ η συνέχιση της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας από τους εταίρους μας, εμπεδώνει μια σχέση μεγαλύτερης αξιοπιστίας, η οποία αξιολογείται θετικά από τους συμμετέχοντες στην έρευνα. Οι περισσότεροι συμφωνούν στο ότι η χρονιά που διατρέχουμε θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς το κόστος της προσαρμογής θα διαχυθεί στο σύνολο της οικονομίας, ειδικά στο πρώτο εξάμηνο. Ωστόσο ταυτόχρονα δημιουργείται η πεποίθηση ότι ολοκληρώνεται ένας κύκλος παρεμβάσεων και το ενδεχόμενο της σταθεροποίησης της οικονομίας είναι πιο κοντά. Σε κάθε περίπτωση όμως η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένει αναιμική, καθώς η ανεργία διογκώνεται και αποκτά δυσμενή διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας να απαιτεί ισχυρότερες και εμφατικότερες παρεμβάσεις.

Ειδικότερα:

– στη Βιομηχανία, οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της παραγωγής παραμένουν αμετάβλητες, ενώ η μικρή βελτίωση στις εκτιμήσεις για το τρέχον επίπεδο παραγγελιών και ζήτησης αντισταθμίζεται από τη διόγκωση των αποθεμάτων.

– στις Υπηρεσίες, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα δραστηριότητά τους και εκείνες για την τρέχουσα ζήτηση δεν μεταβάλλονται, με τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη ζήτηση να βελτιώνονται ελαφρώς έδαφος.

– στο Λιανικό Εμπόριο, ο δείκτης των εκτιμήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώνεται, με τις προβλέψεις για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές των πωλήσεων όμως να επιδεινώνονται και τις εκτιμήσεις για τα αποθέματα να αποκλιμακώνονται.

– στις Κατασκευές, οι δυσμενείς προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων εντείνονται, αλλά η ανάκαμψη από τις χαμηλές προσδοκίες για την απασχόληση του τομέα ωθεί το συνολικό δείκτη σε άνοδο.

– στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού και οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση της χώρας δεν καταγράφουν αξιοσημείωτη μεταβολή, ενώ η αποκλιμάκωση της πρόθεσης για αποταμίευση το επόμενο 12μηνο αντισταθμίζεται από ελαφρώς λιγότερο δυσμενείς προβλέψεις για την εξέλιξη της ανεργίας.

Σταθεροποιείται σε χαμηλά επίπεδα η καταναλωτική εμπιστοσύνη

Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, μετά από ένα δίμηνο ανάκαμψης, σταθεροποιείται τον πρώτο μήνα του έτους σε σχέση με τον Δεκέμβριο στις -71,9 μονάδες (από -72,1 μονάδες). Η άμβλυνση των αβεβαιοτήτων των προηγούμενων μηνών σχετικά με τη συνέχιση ή μη της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας από τους εταίρους μας και η φαινομενική βελτίωση της αξιοπιστίας, αξιολογείται θετικά. Ωστόσο, η χρονιά που διατρέχουμε θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς το κόστος της προσαρμογής θα διαχυθεί στο σύνολο της οικονομίας με φορολογικές επιβαρύνσεις και μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις που γίνονται ορατές, ήδη από τους πρώτους μήνες.

Από την άλλη πλευρά δημιουργείται ενδεχομένως η πεποίθηση ότι ολοκληρώνεται ένας κύκλος παρεμβάσεων και το ενδεχόμενο της σταθεροποίησης της οικονομίας είναι πιο κοντά. Σε κάθε περίπτωση όμως η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένει αναιμική, καθώς η ανεργία διογκώνεται και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας απαιτεί ισχυρότερες και εμφατικότερες παρεμβάσεις. Οι Έλληνες παραμένουν σταθερά οι πιο απαισιόδοξοι ευρωπαίοι, με τους Πορτογάλους να ακολουθούν και να προπορεύονται αυτόν τον μήνα έναντι της Κύπρου, της Βουλγαρίας και της νέα εισόδου στην πεντάδα, αυτής της Ιταλίας. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη κινείται ανοδικά συνολικά σε 17 ευρωπαϊκές χώρες τον Ιανουάριο, ενώ θετικοί δείκτες καταγράφονται όπως πάντα στην Σουηδία, την Φινλανδία και την Δανία.

Αναλυτικότερα για την Ελλάδα:

– Σταθερά δυσμενείς οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών. Οι προβλέψεις των πολιτών τον Ιανουάριο για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες δεν μεταβάλλονται σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, με το σχετικό δείκτη να κινείται εκ νέου στις -65,7 μονάδες. Το 74% (από 78%) των ερωτηθέντων κρίνει ότι το επόμενο διάστημα η οικονομική τους κατάσταση θα επιδεινωθεί ελαφρά ή αισθητά, ενώ ένα 5% (από 4%) αναμένει το αντίθετο. Οι σχετικοί δείκτες στην ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώνονται αντίστοιχα στις -10,1 και -11,7 μονάδες.

– Αμετάβλητες παραμένουν και οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Σταθερές παραμένουν και οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -67,8 μονάδες. Το ποσοστό των καταναλωτών που προβλέπουν ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση περιορίζεται στο 76% (από 79%) και ένα 12% (από 9%) αναμένει σταθερότητα. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώνονται στις -26,3 και -28,9 μονάδες.

– Επιδείνωση της πρόθεσης για αποταμίευση. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες χάνει τον Ιανουάριο έδαφος και διαμορφώνεται στις -77,2 μονάδες (από -72,3), με τα 9/10 των ελληνικών νοικοκυριών να θεωρούν μη πιθανή ή καθόλου πιθανή την αποταμίευση το επόμενο 12μηνο (από 88%), ενώ το 1/10 να τη θεωρεί και πάλι αρκετά ή πολύ πιθανή. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη κινούνται στις –11,6 και -12,4 μονάδες.

– Οριακή άμβλυνση των εξαιρετικά απαισιόδοξων προβλέψεων για την εξέλιξη της ανεργίας. Ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύεται και τον Ιανουάριο, φθάνοντας στις 77,1 μονάδες (από 82,8). Το ποσοστό των πολιτών που προβλέπει ότι η ανεργία θα αυξηθεί ελαφρά ή αισθητά περιορίζεται στο 88% (από 92%), ενώ ένα 4% (από 2%) κρίνει ότι θα μειωθεί ελαφρά. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη ενισχύονται ήπια στις +39,6 και +42,7 μονάδες.

– Νέο ιστορικό χαμηλό στις προβλέψεις για μείζονες αγορές. Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) αποδυναμώνεται περαιτέρω, με το σχετικό δείκτη να κινείται σε νέο χαμηλό ρεκόρ, στις -81,2 μονάδες (από -79,0). Τα 9/10 των καταναλωτών προβλέπουν ότι θα προβούν σε πολύ ή λίγο λιγότερες δαπάνες, ενώ ένα 8-9% το τελευταίο δίμηνο αναμένει σταθερότητα. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες αυξάνονται στις -23,8 μονάδες σε ΕΕ και Ευρωζώνη αντίστοιχα.

– Μικρή άνοδος των πληθωριστικών προσδοκιών. Ο δείκτης πρόβλεψης των τιμών τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύεται τον Ιανουάριο στις 8,4 μονάδες, με το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν αύξηση τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό να αυξάνεται στο 45% (από 41%), ενώ ένα 34% (από 38%) να θεωρεί ότι οι τιμές θα μείνουν αμετάβλητες ή θα μειωθούν. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη περιορίζονται στις +23,0 και +21,8 μονάδες.

– Διευρύνεται το ποσοστό εκείνων που «μόλις τα βγάζουν πέρα». Στις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διευρύνεται περαιτέρω, στο 59% (από 53%), ενώ το αντίστοιχο εκείνων που αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους περιορίζεται στο 12% (από 17%). Το 7% (από 12%) των καταναλωτών δηλώνει ότι αποταμιεύει λίγο ή πολύ, ενώ τέλος, το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι έχουν χρεωθεί αυξάνεται στο 21% (από 17%).

Τον Ιανουάριο, στην έρευνα καταναλωτών εξετάζονται τρία επιπρόσθετα ζητήματα, σε τριμηνιαία βάση, τα οποία εξειδικεύουν ακόμα περισσότερο την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση. Αναλυτικότερα:

– Ιστορικά χαμηλό ρεκόρ καταγράφει τον Ιανουάριο η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -98,7 μονάδες (από τις -91,2). Οι σχετικοί δείκτες στην ΕΕ και την Ευρωζώνη μεταβάλλονται θετικά, φθάνοντας στις -74,0 και -76,6 μονάδες αντίστοιχα. Μόλις το 1% (από 2% τον Οκτώβριο) των Ελλήνων καταναλωτών δηλώνει ότι είναι αρκετά πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο εντός 12μήνου.

– Μικρή πτώση κοντά στο ιστορικά χαμηλό ρεκόρ του Ιουλίου καταγράφει τον Ιανουάριο η πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -97,9 μονάδες (από -96,4). Η επίδοση αυτή είναι δυσμενέστερη από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, οι οποίοι διαμορφώνονται στις -89,5 και -90,0 μονάδες σε ΕΕ και Ευρωζώνη. Μόλις το 1% των νοικοκυριών δηλώνει εκ νέου ότι ίσως να προβεί σε αγορά/ κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο.

– Σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα υποχωρεί και η πρόθεση πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για βελτίωση / ανανέωση της κατοικίας εντός των επόμενων 12 μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -93,8 μονάδες (από -84,3). Οι ευρωπαϊκοί δείκτες μεταβάλλονται οριακώς θετικά και διαμορφώνονται αντίστοιχα στις -56,8 και -58,2 μονάδες σε ΕΕ και Ευρωζώνη. Το ποσοστό των ελληνικών νοικοκυριών που δηλώνουν ότι δεν είναι καθόλου πιθανό να πραγματοποιήσουν σημαντικές σχετικές δαπάνες το επόμενο διάστημα αυξάνεται στο 90% (από 85%).

kathimerini.gr

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook