Ο νεαρός Alexandre Yersin έλαβε την γυμνασιακή του εκπαίδευση στη πόλη της Λωζάννης, ενώ το 1883 μπήκε στην παλιά Ακαδημία της Λωζάννης για να μελετήσει το πρώτο έτος της ιατρικής επιστήμης. Η Ακαδημία δεν αρκούσε για την περαιτέρω εκπαίδευσή του και τον Οκτώβριο του 1884 γράφτηκε στη δεύτερη χρονιά της ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Marburg στην Γερμανία.
Απ’ εκεί έγραφε κάθε εβδομάδα στη μητέρα του, περιγράφοντας και σχολιάζοντας τη νέα του ζωή. Άρχισε να ενδιαφέρεται από νωρίς για τα χειρουργικά μαθήματα και ο βοηθός, ο γιος του καθηγητή, του έδωσε μια άδεια για μόνιμη είσοδο στην κλινική.
Στο νέο αυτό περιβάλλον, ο Alexandre βρήκε ότι ήταν σε θέση να αποδεχθεί ψύχραιμα την ταλαιπωρία των ενηλίκων ασθενών, αλλά ο τόνος και ο τρόπος στα γράμματά του άλλαζε όταν αναφερόταν στα άρρωστα παιδιά.
Σύντομα απασχολήθηκε με την τύχη των νέων ασθενών, κι αυτή η συναισθηματική αντίδραση στον παιδικό πόνο ενισχύθηκε στη μετέπειτα ιατρική εκπαίδευσή του και έγινε χαρακτηριστικό της φυσιογνωμίας του.
Ωστόσο, ανέπτυξε ζωηρό ενδιαφέρον για τις αυτοψίες, ακόμα και των μικρών φίλων του. Στα μαθήματα της ιστολογίας και της παθολογικής ανατομικής έδειξε μεγάλη επιδεξιότητα και ο καθηγητής του J-F Marchand (1846-1928) παρατήρησε ότι ήταν ένας πολύ προικισμένος φοιτητής.
Η σπιτονοικοκυρά του, μια οικογενειακή φίλη, έγραψε ότι διάβαζε ημέρα και νύχτα και ήταν αρκετά ευτυχής και ικανοποιημένος, χωρίς να χρειάζεται φίλους. Ήταν έτσι προφανές ότι το ενδιαφέρον του Alexandre ήταν στραμμένο στην παθολογική ανατομική και ουχί στην καθημερινή ιατρική πρακτική και παθολογία.
Θεωρούσε ότι εκεί τα μαθήματα ήταν περισσότερο θεωρητικά και λιγότερο πρακτικά και αποφάσισε να αλλάξει σχολή. Το Νοέμβριο του 1885, παρουσίασε το Ελβετικό και το Γερμανικό του πιστοποιητικό στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου των Παρισίων και ενεγράφη στο τρίτο έτος των τετραετών σπουδών.
Εδώ ο φέρελπις Alexandre μελετούσε, τεμάχιζε ιστούς, παρασκεύαζε το διδακτικό υλικό για τον Cornil και μετέφραζε πολλά γερμανικά άρθρα. Τέλος, επιφορτίστηκε με την αυτοψία των θυμάτων της λύσσας. Ο Λουί Παστέρ (1822-1895), ο Charles Edward Chamberland (1851-1908) και ο Emile Roux (1853-1933) είχαν πρόσφατα αναπτύξει ένα εμβόλιο εναντίον της δαμάλεως στο εργαστήριο Παστέρ.
Ο Yersin συνάντησε τον Roux όταν ο τελευταίος παρακολουθούσε μια αυτοψία που έκανε ο Cornil σ’ ένα θύμα της λύσσας. Μετά από αυτή τη συνάντηση, ο Yersin άρχισε να επισκέπτεται και να βοηθάει σε ορισμένες εργασίες του εργαστηρίου του Παστέρ. Τον Ιανουάριο του 1886, κατά το τελευταίο έτος των σπουδών του, ο Alexandre Yersin προσλήφτηκε από τον Emile Roux, ως αμειβόμενος βοηθός του.
Ο Yersin συνέχισε να δουλεύει με τον Roux για άλλα δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ανέλαβε και ανεξάρτητη έρευνα σχετικά με τις πειραματικές μορφές της σηψαιμικής μορφής της φυματίωσης, στα πλαίσια της διδακτορικής του διατριβής.
Γι αυτή την εργασία, το 1889 του απονεμήθηκε το χάλκινο μετάλλιο της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου των Παρισίων. Το 1886, οι Roux και Yersin άρχισαν εργασίες πάνω στον βάκιλο Corynebacterium diphtheriae που είχε περιγραφεί από τους Theodor Klebs (1834-1913) και τον Friedrich Loeffler (1852-1915) και σύντομα επιβεβαιώθηκε ότι το υπεύθυνο μικρόβιο, ήταν ο βάκιλος της διφθερίτιδας.
Στο Ινστιτούτο Παστέρ στο Παρίσι έμεινε για το χρονικό διάστημα 1889-1890. Κάποια στιγμή πήγε στο Βερολίνο για να παρακολουθήσει για ένα δίμηνο μαθήματα βακτηριολογίας από τον Robert Koch (1843-1910).
Η απόφαση αυτή, η οποία δεν μπόρεσε να ανατραπεί από τον Roux, μια σίγουρα ένδειξη της πολύπλοκης προσωπικότητάς του. Οι συνάδελφοί του μίλησαν για υπερβολική ντροπή του Yersin, την έντονη αίσθηση της ιδιωτικής ζωής και την προτίμησή του για μοναξιά, αλλά από την άλλη πλευρά, όπως αποδείχτηκε, ήταν ένας άνθρωπος με μεγάλη ψυχική και σωματική δύναμη.
Αργότερα αποσπάστηκε σ’ ένα καράβι που έκανε τη διαδρομή μεταξύ της Σαϊγκόν (Χο Τσι Μινχ, στο Νότιο Βιετνάμ) και της Χαϊφόνγκ (Haiphong), που ήταν το λιμάνι του Ανόι στο Βόρειο Βιετνάμ. Στα ταξίδια του εκείνα έβλεπε συνεπαρμένος την οροσειρά Annam (Truong Son). Επειδή κανένας ευρωπαίος δεν είχε επισκεφθεί τις κεντρικές ορεινές περιοχές του Βιετνάμ, αποφάσισε να εξερευνήσει την περιοχή.
Αργότερα έγραφε: ‘’Όταν είσαι νέος, τίποτα δεν σου φαίνεται αδύναμο. Νομίζεις ότι μπορείς να πετύχεις οτιδήποτε εξωπραγματικό’’! Ο Yersin ξεμπάρκαρε στο Να Τρανγκ (Nha Trang) ένα ψαροχώρι σε μια από τις ομορφότερεςκαι πιο απομονωμένες παραλίες, εκείνη τη χρονική στιγμή.
Στην πρώτη του αποστολή στο εσωτερικό της χώρας, κατευθύνθηκε νότια προς τη Σαϊγκόν συνοδευόμενος από τους οδηγούς του. Βίωσε τις βροχές και κυρίως τη δυνατή βροχή των μουσώνων, την τραχιά έκταση της ζούγκλας του Βιετνάμ και γνώρισε τους ορεσίβιους κατοίκους της χώρας οι οποίοι δεν είχαν δει ποτέ ευρωπαίο, κι ακόμα δοκίμασε την πρώτη προσβολή της ελονοσίας (μαλάρια, malaria).
Ο Calmette έπεισε τον Yersin να στελεχώσει την εν λόγω υπηρεσία υγείας, επισημαίνοντας, σωστά, ότι τα καινούργια ερευνητικά πρωτόκολλα θα μπορούσαν να υλοποιηθούν με την υποστήριξη της Γαλλικής αποικιακής κυβέρνησης. Έτσι το δεύτερο ταξίδι του Yersin σχεδιάστηκε καλύτερα.
Για περίοδο δέκα εβδομάδων διέσχισε τις τραχιές, πυκνές, δασωμένες εκτάσεις από την ακτή κοντά στο Nha Trang, μέσω των βουνών έως πέρα στο Stung Treng, στον ποταμό Μεκόνγκ στην Καμπότζη (γαλλική Ινδοκίνα).
Πήρε φωτογραφίες, χαρτογράφησε τα χωριά και τα μεγαλύτερα βουνά και κράτησε σημειώσεις για το λαό και τη γεωργία τους. Η κινίνη τον βοήθησε στην καταπολέμηση της ελονοσίας, αλλά ο Yersin είχε καθ’ οδόν και μια σοβαρή μορφή δυσεντερίας.
Ο Yersin σχεδίασε ακριβείς χάρτες της περιοχής, κατέγραψε την πορεία των ποταμών, τις τοποθεσίες των χωριών και το ύψος και τη διαμόρφωση των βουνών. Ανακάλυψε το εύφορο οροπέδιο του Lang-Bian και σημείωσε τις μελλοντικές δυνατότητες ανάπτυξης που είχε. Υπέδειξε στην κυβέρνηση ότι η συγκεκριμένη τοποθεσία θα ήταν κατάλληλη για θέρετρο υγείας και η Da Lat με τα χρόνια έγινε σημαντικός και ήσυχος σταθμός για τους γάλλους, που εξελίχτηκε αργότερα σε πόλη.
Ογδόντα χρόνια αργότερα ο Χο Τσι Μινχ ξεκινώντας από το Ανόι, αναγκάστηκε να παρακάμψει αυτή τη δύσβατη περιοχή διαμέσου του Λάος. Στις αποστολές αυτές, όλες πεζή, με βροχή, ζέστη, βδέλλες και κουνούπια, ο Yersin κατέγραψε και διέσωσε την πρώτη συστηματική γεωγραφική γνώση των κεντρικών υψιπέδων του Βιετνάμ, που απετέλεσε τη βάση για την επέκταση του γαλλικού προτεκτοράτου.
Στις 12 Ιουνίου του 1894, ο επόπτης James A. Lowson (1866–1935), υποδέχτηκε τον Kitasato και τον καθηγητή της παθολογικής ανατομικής Τ. Aoyama (1859-1917) και εγκαταστάθηκαν στο κυβερνητικό πολιτικό Νοσοκομείο στην πόλη Κένεντι και άρχισαν τις εργασίες τους.
Στο νοσοκομείο, δεν προσέφεραν καμία διευκόλυνση στον Yersin, κι ακόμα πληροφορήθηκε ότι δεν υπήρχε διαθέσιμο υλικό για αυτοψίες. Ήταν φανερό ότι ακόμα και στο επιστημονικό πεδίο, οι εθνικές αντιπαλότητες ήταν έντονες. Ο Yersin είχε φέρει μαζί του ένα μικροσκόπιο, ένα κλίβανο αποστείρωσης και μερικά υλικά με τα οποία προετοίμασε απτόητος ένα στοιχειώδες και αυτοσχέδιο εργαστήριο, σε μια ανοιχτή βεράντα.
Ήταν σε θέση να εξετάζει το αίμα των ασθενών και ικανοποιημένος από το γεγονός ότι ο βάκιλος της πανούκλας δεν βρισκόταν κυρίως στο αίμα, αναζήτησε τρόπους να απομονώσει ένα βουβωνικό λεμφαδένα. Για καλή του τύχη, τον είχαν συστήσει στον Πατέρα Vigano, ένα ιταλό ιεραπόστολο. Στο ημερολόγιό του, ο Yersin περιγράφει τα γεγονότα που ακολούθησαν:
Λίγα δολάρια στην αρχή και η υπόσχεση για ένα καλό χρηματικό ποσό σε κάθε περίπτωση θα είχε παρήγορο αποτέλεσμα. Τα πτώματα πριν τα πάνε στο νεκροταφείο, έμειναν για μία ή δύο ώρες σε ένα κελάρι μέσα στα φέρετρα… Το φέρετρο είναι ανοιχτό, μετακίνησα λίγο τον ασβέστη από πάνω για να καθαρίσω την επίμαχη περιοχή.
Σε λιγότερο από ένα λεπτό αφαίρεσα τον αδένα και έτρεξα στο εργαστήριό μου. Τοποθέτησα το παρασκεύασμα κάτω από το μικροσκόπιο και με την πρώτη ματιά βλέπω μια πραγματική μάζα βακίλων, όλοι πανομοιότυποι σαν μικρές ράβδοι με στρογγυλεμένα άκρα, ελαφρώς χρωματισμένοι (Loffler blue). Από τον αδένα ενοφθάλμισα άγαρ σε ποντίκια και ινδικά χοιρίδια.
Πήρα κάποια εκκρίματα σε μία πιπέτα για να τα στείλω στο Παρίσι, και στη συνέχεια επέστρεψα στο νεκροτομείο για να συνεχίσω… Πήρα άλλους δύο αδένες με τον ίδιο τρόπο και κατάληξα σε παρόμοια αποτελέσματα. Αυτός είναι πιθανόν ο βάκιλος της πανώλης, αλλά δεν είμαι ακόμα σίγουρος…
Τότε εγκατέστησε το εργαστήριό του σε μια καλύβα στον περίβολο ενός πρόσφατα αναπαλαιωμένου νοσοκομείου. Ο βάκιλος που απομόνωσε ο Yersin ήταν κοντός και παχύς, παρουσίαζε διπολική χρώση στη βαφή με ανιλίνη και ήταν Gram-αρνητικός.
Στις 23 Ιουνίου, ο Yersin κατέγραψε την παρουσία μεγάλης ποσότητας βακίλων στους αρουραίους που είχαν πεθάνει με αδένες παρόμοιους με εκείνους στον άνθρωπο και ήταν πεπεισμένος πλέον ότι είχε απομονώσει το ειδικό μικρόβιο της πανούκλας.
Κατά τη συνεδρίαση της Ακαδημίας Επιστημών των Παρισίων, στις 30 Ιουλίου του 1894 ο Δρ Ε. Duclaux (1840-1904), διευθυντής του Ινστιτούτου Παστέρ, διάβασε αποσπάσματα των επιστολών του Alexandre Yersin (1863-1943), ανακοινώνοντας την ανακάλυψη του βακίλου της πανώλης.
Την ίδια μέρα ο Kitasato πήρε αίμα από τα δάχτυλα ενός βαρέος πάσχοντος ασθενούς και παρατήρησε τη διπολική χρώση των βακίλων που βρίσκονταν στο σπλήνα και άλλα όργανα του μεταθανάτιου υλικού και θεώρησε το συγκεκριμένο βάκιλο αίτιο της πανώλης. Τότε ο Δρ Lowson έστειλε μερικές σημειώσεις και κάποια δείγματα στον εκδότη του γνωστού βρεττανικού περιοδικού Lancet.
Στις 11 Αυγούστου 1894, παρουσιάστηκαν κάποια σχεδιαγράμματα αίματος από τον καθηγητή Kitasato σε κύριο άρθρο που δημοσιεύθηκε με την παρατήρηση ότι ο μικροοργανισμός εμφανιζόταν σχεδόν σαν έγκλειστος διπλόκοκκος και ότι δεν ήταν ακόμα σίγουρος για τις απόψεις του.
Αν και υπήρχαν κάποιες διαφορές στις ανακοινώσεις των δύο επιστημόνων, ήταν προφανές ότι οι ο βάκιλος είχε ανακαλυφτεί ταυτόχρονα και από τους δύο επιστήμονες. Απλώς οι μεν αγγλόφωνοι έδιναν προτεραιότητα στον Kitasato, οι δε άλλοι δηλαδή οι γαλλόφωνοι στον Yersin!
Το 1949 και μετά τον θάνατο του Yersin, οι Γάλλοι άλλαξαν το όνομα του γένους Pasteurella (προς τιμήν του Louis Pasteur) σε Yersinia. Ωστόσο, στον αγγλόφωνο κόσμο ελάχιστα πράγματα είχαν αλλάξει μέχρι το 1976, όταν μία λεπτομερής ανάλυση της διαμάχης Yersin-Kitasato δημοσιεύτηκε στα Bacteriological Reviews, όπου ο Alexandre Yersin πιστωνόταν πλέον ως ο πρώτος που ανακάλυψε το βάκιλο.
Στο Ινστιτούτο Παστέρ οι Calmette και A. Borrel (1867-1936), άρχισαν να εξετάζουν τη δυνατότητα της ανοσοποίησης ζώων και την παρασκευή ορού για θεραπευτική χρήση. Οι άνδρες κατάφεραν να ανοσοποιήσουν μικρά ζώα με μια μακρά διαδικασία η οποία περιελάμβανε υποδόριες ενέσεις καλλιέργειας των βακίλων.
Προκειμένου να μειωθεί ο χρόνος που απαιτείτο για την ανοσοποίηση ενός αλόγου, οι άνδρες στράφηκαν στη χρήση ζώντων βακίλων με ενδοφλέβια ένεση. Μετά από έξι εβδομάδες, οι δοκιμές σε ζώα έδειξαν πως ο αντιορός της πανώλης, ήταν αρκετά αποτελεσματικός.
Ο ορός σε τρεις ενέσεις των δέκα κυβικών εκατοστών, θεράπευσε το παιδί μέσα σε 24 ώρες. Ο Γάλλος Πρόξενος τηλεγράφησε τις ειδήσεις στο Παρίσι. Ο Yersin ταξίδεψε στο Amoy (σημερινό Xiamen) όπου ο κινεζικός πληθυσμός ήταν λιγότερο εχθρικός στους ξένους απ’ ότι στην Καντόνα και εδώ με επιπλέον ορό που του εστάλη απ’ το Παρίσι, θεράπευσε 23 ασθενείς από πανώλη, εκ των οποίων οι 21 έγιναν καλά και οι δύο πέθαναν.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1896, η βουβωνική πανώλη έφτασε στη Βομβάη και ο Yersin απεστάλη στη βρετανική Ινδία για να δοκιμάσει το νέα αντιορό. Είχε μαζί του τον Paul-Louis Simond (1858-1947) που κατέφτασε από το Παρίσι με περισσότερες προμήθειες το Μάρτιο του 1897. Οι δύο άνδρες βρήκαν το νέο αντιορό, σε αυτό το στάδιο, να είναι αναποτελεσματικός.
Η σχέση αρουραίων και επιδημίας πανούκλας σε ανθρώπους, ήταν γνωστή για πολύ καιρό στην Κίνα. Στο Χονγκ Κονγκ, ο Yersin συμπέρανε ότι οι αρουραίοι ήταν ο κύριος φορέας μικροβίων, αλλά σχολίασε και την παρουσία βακίλων πανούκλας στα σώματα νεκρών μυγών που είχε εξετάσει.
Στην Ινδία, ο Simond, ένας πολύ επιδέξιος κλινικός γιατρός, σημείωσε την παρουσία φλυκταινών μεταβλητού μεγέθους στο δέρμα μερικών θυμάτων της πανώλης. Αυτά τα ροζ οζίδια συνδέονταν με την παρουσία βουβωνικών λεμφαδένων και στη μικροσκοπική εξέταση φάνηκε να περιέχουν βακίλους της πανώλης, κάτι που ενοχοποίησε το ρόλο του πιπιλίσματος του αίματος απ’ τα έντομα για την εξάπλωση της πανούκλας.
Επιπλέον, ο Simond παρατήρησε βακίλους πανώλης στο στομάχι ψύλλων που είχαν φάει πεθαμένους αρουραίους από τη νόσο. Τον Απρίλιο του 1898, ανέπτυξε ένα εργαστήριο στο υπόστεγο του ξενοδοχείου Reynolds στο Καράτσι για να ελέγξει αυτή την υπόθεση, του ρόλου δηλαδή των ψύλλων των αρουραίων, όπως και έκανε.
Ωστόσο, άλλες, ομάδες δεν κατάφεραν να επαναλάβουν τα αποτελέσματα του Simond και ο ρόλος των ψύλλων των αρουραίων δεν έγινε δεκτός διεθνώς, κάτι όμως που έγινε λίγο αργότερα, από το 1905 έως το 1907, από μια άλλη σειρά πειραμάτων.
Έτσι ανέπτυξε για παράδειγμα ένα αποτελεσματικό αντιορό για την πανούκλα, ενδιαφέρθηκε για τη θεραπεία μολυσματικών ασθενειών των ζώων, ιδιαίτερα της πανώλης των βοοειδών και έλαβε την άδεια να καθαρίσει 500 εκτάρια γης στο δάσος Suoi Dau, είκοσι χιλιόμετρα εσωτερικά του από τη Nha Trang για βοσκοτόπια των ζώων.
Την ίδια ώρα, ο Yersin άρχισε να ενδιαφέρεται και για τη γεωπονία. Ήξερε από τις φυτείες καουτσούκ στην Μαλαισία και την Ιάβα (Ινδονησία) και πήρε την απόφαση να μεγαλώσει αυτά τα δέντρα και στην Ινδοκίνα. Διάβασε ανυπόμονα τα σχετικά βιβλία και επισκέφθηκε την Ιάβα, τη Σιγκαπούρη και την Κεϋλάνη (Σρι Λάνκα).
Με τη σταδιακή επέκταση της καλλιεργήσιμης γης, ο Yersin ανέλαβε να δημιουργήσει και φυτείες καφέ και κακάο, καταγράφοντας τις προσπάθειές του σε αποικιακά περιοδικά της εποχής. Κάποια στιγμή του ζητήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση να βοηθήσει στη δημιουργία Ιατρικής Σχολής στο Ανόι και τον τοποθέτησαν διευθυντή τα χρόνια 1902-1904.
Εκείνη την χρονιά, τα ινστιτούτα μικροβιολογίας στη Σαϊγκόν και στο Nha Trang άλλαξαν και από μέρος της αποικιακής υγειονομικής υπηρεσίας, έγιναν Ινστιτούτα Παστέρ, ενώ ο Yersin διορίστηκε γενικός διευθυντής των Ινστιτούτων Παστέρ της Ινδοκίνας.
Στη Γαλλία, αναγνωρίστηκαν τα αξιόλογα επιτεύγματά του σε πολλούς τομείς και εξελέγη μέλος στην Ακαδημία της Ιατρικής, την Ακαδημία των Αποικιακών Επιστημών και την Ακαδημία των Επιστημών.
Το 1934, ο Alexandre Yersin έλαβε την υψίστη τιμή με το διορισμό του στη θέση του Επίτιμου Διευθυντή του Ινστιτούτου Παστέρ των Παρισίων και μέλους της Επιστημονικής Επιτροπής. Ένα νέο κτίριο που ανεγέρθηκε στο Ινστιτούτο Παστέρ το 1980 πήρε το όνομά του.
Είχε ένα πρωτόγνωρο πάθος και ενδιαφέρον για την αστρονομία, τη μετεωρολογία, το ραδιόφωνο και τη φωτογραφία, και είχε στο σπίτι του αρκετά ακριβά εργαλεία. Καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του, ο Yersin δεν σταμάτησε να δίνει συμβουλές και να προστατεύει με όποιο τρόπο μπορούσε τους χωρικούς.
Στην αποικιακή Υγειονομική Υπηρεσία, ο Yersin κατείχε το βαθμό του Συνταγματάρχη του γαλλικού στρατού. Οι χωρικοί, που σεβόντουσαν πολύ τους τίτλους και δεν ήταν σε θέση να προφέρουν το όνομά του, τον αποκαλούσαν κ. Nam (Monsieur Nam), που έχει την έννοια του “πέμπτου” στο Βιετνάμ.
Ο τάφος του είναι εθνικό ιερό. Περνώντας μια αψίδα βρίσκεσαι στο νεκροταφείο. Μια μαρμάρινη πλάκα με τη φωτογραφία του ψηλά, μας υπενθυμίζει περιληπτικά, στα βιετναμέζικα πρώτα και στα γαλλικά μετά, ολάκαιρη τη ζωή του:
Η λατρεία την οποία έχουν οι βιετναμέζοι στον Alexandre Yersin, αντικατοπτρίζεται όχι μόνο στον τάφο του στο Suoi Dau, αλλά και στο σπίτι του στο Nha Trang, τώρα είναι μουσείο αφιερωμένο στην μνήμη του και ονομάζεται ‘‘Lau Ong Nam’’ (το σπίτι του Πέμπτου Θείου). Σημειωτέον ότι ο Χο Τσι Μινχ είναι ο Πρώτος Θείος!
medicaltime.gr/ Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, Χειρουργός, Διευθυντής ΕΣΥ