Πράκτορες των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών ανέκριναν τις τρεις χήρες του Οσάμα Μπιν Λάντεν που κρατούνται από τις πακιστανικές δυνάμεις ασφαλείας μετά την επιχείρηση της ομάδας Αμερικανών κομάντος στις 2 Μαΐου, κατά την οποία σκοτώθηκε ο αρχηγός της αλ Κάιντα, μετέδωσε το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNN.

Επικαλούμενο έναν Πακιστανό και δύο Αμερικανούς αξιωματούχους, το CNN μετέδωσε ότι οι τρεις γυναίκες εξετάστηκαν μαζί, ενώ οι Αμερικανοί ανακριτές ήθελαν οι χήρες να εξεταστούν χωριστά. Σύμφωνα με το CNN οι τρεις γυναίκες είχαν συμπεριφορά «εμφανώς εχθρική» απέναντι στους Αμερικανούς ανακριτές. Μέλη των πακιστανικών υπηρεσιών πληροφοριών ήταν επίσης παρόντα στην εξέτασή τους.

Η μεγαλύτερη ηλικιακά από τις τρεις χήρες ήταν η μόνη που μίλησε, σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Την Τρίτη το Πακιστάν ανακοίνωσε ότι δεν είχε λάβει αιτήματα για την έκδοσή τους από την Υεμένη ή τη Σαουδική Αραβία, τις χώρες καταγωγής των τριών συζύγων του Μπιν Λάντεν, οι οποίες βρέθηκαν ζωντανές μαζί με 13 παιδιά και εγγόνια του αρχηγού της Αλ Κάιντα στο σπίτι όπου διέμεναν στο Αμποταμπάντ, βόρεια του Ισλαμαμπάντ.

Σύμφωνα με αξιωματούχους της πακιστανικής ασφάλειας που ζήτησαν να μην κατονομαστούν, η νεότερη από τις συζύγους, η 29χρονη Άμαλ Άχμεντ Αμπντουλφάταχ που τραυματίστηκε από σφαίρα στο πόδι κατά την έφοδο των Αμερικανών κομάντος, είπε στους Πακιστανούς ανακριτές μετά τη σύλληψή της, ότι ο Μπιν Λάντεν και η οικογένειά του ζούσαν στο σπίτι αυτό τα τελευταία πέντε χρόνια. Η Άμαλ κατάγεται από την Υεμένη και οι άλλες δύο γυναίκες από τη Σαουδική Αραβία.

Η παρουσία της οικογένειας σε μια πόλη σχετικά κοντά στην πρωτεύουσα όπου βρίσκονται σχεδόν 10.000 στρατιώτες, οδήγησε Αμερικανούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους να εκφράζουν δημόσια αμφιβολίες για την ειλικρίνεια του Ισλαμαμπάντ – βασικού συμμάχου της Ουάσινγκτον στον πόλεμό της κατά της τρομοκρατίας που άρχισε στα τέλη του 2001- και να υποψιάζονται συνωμοσίες στις τάξεις της στρατιωτικής μηχανής και των υπηρεσιών πληροφοριών του Πακιστάν.


ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook