Οι κάτοικοι του Παγγαίου νιώθουν στο αίμα τους δυνατή τη συγγένεια με τους αρχαίους προγόνους. Πολλοί τους θεωρούν από τους ελάχιστους απευθείας απογόνους των Μακεδόνων. Αυτό δεν τους εμποδίζει να κερδίζουν τα προς το ζην επί δεκαετίες σκάβοντας τις νύχτες το βράχο του αρχαίου τάφου τον οποίο οι υπόλοιποι Έλληνες φέτος ανακαλύψαμε. Γιατί, όπως οι ίδιοι αποκαλύπτουν, η αρχαιολογική σκαπάνη δεν ήταν η πρώτη που «ακούμπησε» τον ιερό τόπο: είχαν προηγηθεί οι δικές τους αξίνες.

Η κληρονομιά της Αμφίπολης

Ο Νέος Δήμος Αμφίπολης με έδρα το Ροδολίβος γεννήθηκε με τον «Καλλικράτη» μετά την ενοποίηση τεσσάρων Καποδιστριακών Δήμων (Αμφίπολης, Κορμίστας, Πρώτης, Ροδολίβους). Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού Σερρών στους πρόποδες του Παγγαίου όρους  και συνορεύει με τους νομούς Καβάλας, Δράμας και Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για έναν τόπο με πολύ πλούσια φυσική, ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά.

 

(Zωγραφική αποτύπωση του 1831 από τον Γάλλο περιηγητή της εποχής Esprit Marie Cousinéry).

\"\"

 


Η Αμφίπολη ήταν αρχαία πόλη χτισμένη στην ανατολική Μακεδονία, στις όχθες του ποταμού Στρυμόνα, στη θέση πόλης που παλαιότερα ονομαζόταν «Εννέα Οδοί». Ιδρύθηκε από Αθηναίους το 437 π.Χ. με στόχο τον έλεγχο των μεταλλείων της Θράκης, αλλά πέρασε στα χέρια των Σπαρτιατών κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης του Πελοποννησιακού πολέμου, την περίοδο 431-421 π.Χ. Μια τελευταία προσπάθεια ανάκτησή της από τους Αθηναίους το 358 π.Χ. απέτυχε και τον επόμενο χρόνο καταλήφθηκε από τον Φίλιππο, τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και έγινε μέρος του Βασιλείου των Μακεδόνων. Με την πτώση του Μακεδονικού Βασιλείου από τους Ρωμαίους η Αμφίπολη έγινε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Από την πόλη διερχόταν η περίφημη Εγνατία οδός. Στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια είχε σημαντική οικονομική ανάπτυξη κάτι που μαρτυρούν και εντυπωσιακές σε μέγεθος και διακόσμηση εκκλησίες της πόλης του 5ου και 6ου αιώνα μ.Χ. Μετά τις επιδρομές των Σλάβων στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. η Αμφίπολη ερήμωσε σταδιακά για να εγκαταλειφθεί εντελώς τον 8ο αιώνα όταν οι περισσότεροι κάτοικοι κατέφυγαν στην κοντινή παραθαλάσσια πόλη Ηιώνα, που είχε μετονομαστεί από τους Βυζαντινούς σε Χρυσόπολη. 

Επισήμως η αρχαιολογική ανασκαφή στον τάφο της Αμφίπολης ξεκίνησε το 1964 από τον Δ. Λαζαρίδη. Οι κάτοικοι υποστηρίζουν, διατηρώντας την ανωνυμία τους, ότι τον είχαν ανακαλύψει κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου.

 

(Στο αρχείο του ο στρατιωτικός δικαστής Θεόδωρος Ξόμαλης έχει φωτογραφία της 18ης Μαΐου του 1941, κατά την οποία μια διμοιρία γερμανών στρατιωτών παρελαύνει μπροστά από το λιοντάρι της Αμφίπολης).

\"\"

 

Οι «χρυσοθήρες» του Παγγαίου 

Οι ίδιοι οι κάτοικοι μιλώντας στο ΑΠΕ περιέγραψαν πώς έβρισκαν διάφορα αντικείμενα που περιέχονται στο εσωτερικό του τάφου-νομίσματα, αγάλματα-και τα πωλούσαν σε εμπόρους στη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι με τη σειρά τους τα προωθούσαν σε συλλέκτες. 

Ένας από αυτούς, 82 χρονών σήμερα, δεν δίστασε να πει ότι ουσιαστικά αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος βιοπορισμού της οικογένειάς του.

«Η οικογένειά μου ήρθε από τη Δράμα το 1944. Ήμασταν κτηνοτρόφοι. Θυμάμαι που πήγαιναν τα γίδια να βοσκήσουν ψηλά εκεί, στον λόφο Καστά, είχε πολύ αέρα και μου άρεσε να ανεβαίνω στην κορυφή… Το 1953, πήγα φαντάρος. Στο χωριό είχε πολύ φτώχεια… Όταν γύρισα, μαζί με τον αδερφό μου ξεκινήσαμε να βγάζουμε τις οβίδες από τον λόφο. Είχαν μείνει πολλές από τον Βαλκανικό πόλεμο. Βγάζαμε μολύβια και \’τούντσια\’ και τα πουλούσαμε στη Θεσσαλονίκη, δώδεκα δραχμές το κιλό. Τις βρίσκαμε εύκολα, γιατί, όταν χτυπούσε η οβίδα, άφηνε ίχνη καπνού στα βράχια, ήταν ζεστή και άφηνε καπνούς. Υπήρχαν, όμως, τρύπες που δεν είχαν καπνούς. Σκάψαμε… ήταν τάφοι. Έτσι άρχισαν όλα». 

Η «χαρτογράφηση» της περιοχής 

H Μεσολακκιά ή αλλιώς Λακκοβίκια, είναι ένα χωριό του Παγγαίου που χρονολογείται από τον 10ο αιώνα και βρίσκεται στο νότιο τμήμα του όρους στα διοικητικά όρια του Νομού Σερρών. 

\"\"

Οι Λακκοβικιώτες (Μεσολακκιώτες) θεωρούνται ότι είναι οι απόγονοι των αρχαίων Αμφιπολιτών.  Το χωριό είναι χτισμένο κοντά στο αρχαίο υδραγωγείο της Αμφίπολης καθώς και κοντά σε ένα από τα λατομεία της.

Οι λόγοι που ανάγκασαν τους Λακκοβικιώτες να επιλέξουν ένα τόσο αφιλόξενο σημείο πρέπει να είναι ο φόβος των επιδρομών και της ελονοσίας, μια και εκείνα τα χρόνια υπήρχε ακόμα η λίμνη-βάλτος του Αχινού. Σε έγγραφο του 13ου αιώνα αναφέρεται ως «χωρίον της Λουκκοβικείας».  

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook