Αν αληθεύουν αυτά που ακούγονται τις τελευταίες ώρες με αφορμή την ανακήρυξη του Γερμανού Ρίχτερ, σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, ίσως τις επόμενες μέρες δούμε να έρχονται τα \”πάνω κάτω\” αφού κάθε ώρα που περνά όλο και περισσότερος κόσμος ή κοινωνικές ομάδες αντιδρούν με σφοδρότητα όχι μόνο στην ανακήρυξη του Γερμανού συγγραφέα, αλλά και στον πραξικοποιματικό τρόπο με τον οποίο αυτή έγινε.

Συνήθως αυτές οι τιμητικές εκδηλώσεις όπως και το πρωτόκολλο επιβάλει αλλά και η συνθήκη του αυτονόητου ορίζει, γίνονται \”επί σκηνής\” με όλα τα φώτα της δημοσιότητας, όπως αρμόζουν στην περίσταση αλλά και στο τιμώμενο πρόσωπο, αλλά και με την παρουσία του κόσμου που θέλει να παρακολουθήσει την εκδήλωση, να χειροκροτήσει και να συγχαρεί.

Όλα αυτά βέβαια υπό φυσιολογικές συνθήκες… γιατί στην υπόθεση Ρίχτερ αντίθετα με τα παραπάνω όλα έγιναν στο ημίφως για να μην πω στο σκοτάδι, χωρίς καμιά δημοσιότητα, και μάλιστα με ιδιαίτερη προσοχή, μακρυά από τα μάτια των Κρητικών, λες και το πανεπιστημιακό ίδρυμα είναι άβατο και αποκλεισμένο κύτταρο από την Κρητική Κοινωνία.

Μάλιστα σε μεγάλη μερίδα της κοινωνίας που παρακολουθεί με ανοιχτό στόμα τα συμβαίνοντα τις τελευταίες ημέρες, ο θυμός ξεχειλίζει προς τους υπαίτιους αυτής της θλιβερής τουλάχιστον ανακήρυξης ενώ ταυτόχρονα πολλά είναι τα καυτά ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις, για τους \”αρχιτέκτονες\” της διάκρισης (;) προς τον Γερμανό Ρίχτερ που έγινε \”πρακτορικά\” όπως πολλοί πλέον ευθέως και χωρίς δισταγμό το χαρακτηρίζουν.

Αίσθηση μάλιστα προκαλεί και το γεγονός ότι ο επίτιμος Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Αρχιστράτηγος Μανούσος Παραγιουδάκης ζητά επίμονα από το 2011 (!) να του επιστραφεί το συμβολικό δώρο του προς τον Γερμανό συγγραφέα, προκειμένου να μην νομιμοποιήσει τις επαίσχηντες θέσεις του Ρίχτερ για τον Αγώνα των Κρητικών, όπως αυτό συνεπάγεται.

Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί το τεράστιο ερωτηματικό που προκαλεί το γεγονός ότι \”ο αξιότιμος\” Γερμανός καθηγητής δέχτηκε να βραβευτεί κάτω από αυτές τις συνθήκες, και μετά από την συλλογική κατακραυγή και αποδοκιμασία του Κρητικού λαού.

Ως συνεπαγωγή με βάση τα παραπάνω προκύπτουν ακόμα μεγαλύτερα ερωτηματικά για τη μεθόδευση (…των προσώπων) στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

Μετά τους καθηγητές κ.κ.Περάκη, Μαργαρίτη και την κυρία Μαρούδα που έχουν πάρει ξεκάθαρη θέση απέναντι στην πολύκροτη πλέον όπως εξελίσσεται υπόθεση Ρίχτερ – Στεργίου και ενώ η τοπική κοινωνία βοά, μια ακόμα επιστολή βλέπει το φως της δημοσιότητας αυτή τη φορά από την Ακαδημία Στρατηγικών Αναλύσεων (ΑΣΑ) που απέστειλε προς τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Ευριπίδη Στεφάνου και την οποία και μεις με την σειρά μας, σας παραθέτουμε.

Άλλωστε τις επόμενες ίσως στιγμές αναμένεται καταιγισμός έγγραφων αντιδράσεων στην ίδια κατεύθυνση μεταξύ των οποίων και το Εθνικό Συμβούλιο των Γερμανικών αποζημιώσεων.

Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι κάποιοι λειτουργούν ή προσπαθούν να λειτουργήσουν ως παραχαράκτες της Ιστορίας με άγνωστες συνέπειες προς την Πατρίδα, την ιστορία τα δικαιώματα και τις διεκδικήσεις της.

Η ανακοίνωση της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων:

«Με έκπληξη πληροφορηθήκαμε από τον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο την απόφαση του Πανεπιστημίου Κρήτης να ανακηρύξει επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης το Γερμανό ιστορικό συγγραφέα Heinz Richter, απόφαση που ήδη υλοποιήθηκε.

Η έκπληξη οφείλεται στο γεγονός ότι ο εν λόγω συγγραφέας στο βιβλίο του \”Operation Merkur: Die Eroberung der Insel Kreta im Mai 1941\” προβαίνει σε χαρακτηρισμούς και εκτιμήσεις σχετικά με τη Μάχη της Κρήτης οι οποίες προσβάλλουν τόσο τη διεθνώς αναγνωρισμένη ιστορική πραγματικότητα, όσο και το εθνικό αίσθημα όχι μόνο των Κρητών αλλά κάθε Έλληνα.

Συγκεκριμένα, ο Heinz Richter:

• Χαρακτηρίζει την εισβολή των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στην Κρήτη ως \”ιπποτική και δίκαιη\” (άραγε εις αντίτιμο τίνος πράγματος κρίνεται το \”δίκαιο\”;).

• Υποβαθμίζει τη σημασία του κρητικού αγώνα στην έκβαση του Πολέμου στη Ρωσία.

• Το χειρότερο, επιδιώκει να δικαιολογήσει τα εγκλήματα των γερμανικών δυνάμεων κατοχής στην Κρήτη τα οποία θεωρεί ότι \”ήταν ένα μέσον για να αποφευχθούν χειρότερα αντίποινα\” (!) ενώ προ διετίας, επίσης στην Κρήτη, είχε αναφερθεί στις \”βαναυσότητες των Κρητών κατά των Γερμανών\” (!),

Ο επίτιμος αρχηγός του ΓΕΕΘΑ στρατηγός Μανούσος Παραγιουδάκης έχει ήδη παρέμβει με επιστολή του προς εσάς αλλά και δημοσίως, χωρίς ωστόσο (καθόσον γνωρίζουμε) να λάβει απάντηση. Διαμαρτυρίες έντονες δεχτήκατε και από το σύνολο της κρητικής κοινωνίας και όχι μόνον. Παρά ταύτα προγραμματίσατε τη σχετική τελετή ανακήρυξης, πλην ανεπιτυχώς, εξαιτίας της συνολικής αντίδρασης της κοινωνίας της Κρήτης.

Τα ιστορικά δεδομένα είναι επίπονη και μακρόχρονη διαδικασία που συμβαίνει σε πολλά επίπεδα ταυτόχρονα. Η κοινωνία και οι άνθρωποι με τους οποίους συνδέεται ένα ιστορικό γεγονός συμμετέχουν στη διαδικασία σύνθεσης της ιστορικής αλήθειας και αποτελούν το ζωντανό της υπόβαθρο.

Όταν αγνοείται ο ανθρώπινος παράγοντας, η όποια ιστορική άποψη, από όπου και αν εκφέρεται, δεν ανταποκρίνεται στην καταγεγραμμένη στη συλλογική συνείδηση αλήθεια αλλά εξυπηρετεί μία αληθοφανή λογική που δεν είναι ικανή από μόνη της να διαστρέψει το καταγεγραμμένο στη συλλογική συνείδηση των ανθρώπων ιστορικό γεγονός.

Βεβαίως αν αυτό γίνεται από αγαθή πρόθεση του καταγράφοντος ιστορικού ή με σκοπό διαστρέβλωσης είναι ζήτημα που εξετάζεται αλλού. Όμως η επιβράβευση του καταγράφοντας και μάλιστα από ακαδημαϊκό φορέα μιας χώρας που υπέστη σοβαρές απώλειες σε έμψυχο και άψυχο υλικό, ως συνέπεια του γεγονότος, αφορά κάθε μέλος της ευρύτερης κοινότητας την οποία η στρέβλωση αυτή θίγει, είτε σε εθνικό είτε σε διεθνές επίπεδο.

Εν προκειμένω η πτώση ένοπλων αλεξιπτωτιστών του γερμανικού στρατού στην Κρήτη το Μάιο του 1941 δεν μπορεί να καταγραφεί με οποιαδήποτε άλλο εξωραϊστικό των αληθινών προθέσεων του εισβολέα τρόπο, παρά μόνο ως εχθρική επίθεση εναντίον της Ελλάδος από οργανωμένες στρατιωτικά δυνάμεις του τότε γερμανικού στρατού, και με προφανή σκοπό την εισβολή στον εθνικό χώρο της Ελλάδος.

Η πρόθεση αυτή του εισβολέα είναι πανθομολογούμενη στα ιστορικά τεκμήρια της εποχής, συνιστώντας ωμή παραβίαση των θεμελιωδών αρχών του Διεθνούς Δικαίου της πολιτισμένης ανθρωπότητας.

Συνεπεία της παραβίασης των αρχών αυτών από τη ναζιστική Γερμανία σε βάρος της Ελλάδος, ο ελληνικός πληθυσμός πλήρωσε βαρύτατο τίμημα αίματος και απώλεσε σε εκτεταμένο βαθμό υποδομές που ήταν αναγκαίες για την επιβίωσή του, ενώ απώλεσε την εθνική του κυριαρχία.

Θα υποστηριχθεί ίσως ότι κάθε επιστήμονας είναι ελεύθερος να διατυπώνει επιστημονικές εκτιμήσεις και συμπεράσματα εφόσον αυτά προέρχονται από ανάλογη έρευνα. Πράγματι έτσι είναι.

Κανείς δεν υποστηρίζει ούτε την παρεμπόδιση της επιστημονικής έρευνας, ούτε – πολύ περισσότερο, φυσικά – την… απαγόρευση συγγραμμάτων! Εν προκειμένω όμως δεν κρίνεται το έργο του συγγραφέα, αλλά η απόφαση του Πανεπιστημίου Κρήτης να του απονεμηθεί επί τιμή ο ανώτερος πανεπιστημιακός τίτλος.

Είναι άλλο πράγμα το να διαβάζουμε ένα σύγγραμμα, ή ακόμη και να ακούμε τις απόψεις του ερευνητή ή και να συζητάμε μαζί του, εκθέτοντας τις απόψεις μας, και άλλο πράγμα να τον τιμούμε. Το τελευταίο σημαίνει ότι αποδεχόμαστε τις απόψεις του ή, ακόμα χειρότερα, ότι τον επιβραβεύουμε για την \”προσφορά\” του (!!!).

Αντιλαμβάνεστε προφανώς ότι η πράξη αυτή του Πανεπιστημίου Κρήτης συνιστά κατ\’ ελάχιστον έλλειψη στοιχειώδους ευπρέπειας προς την κοινωνία της Κρήτης, η οποία δικαίως νιώθει υπερηφάνεια για τους αγώνες των προγόνων της αλλά και βαθύ πόνο για τα ειδεχθή εγκλήματα που διέπραξαν στη νήσο τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Πώς μπορεί να ανεχθεί την πρόκληση και προσβολή εκ μέρους σας;

Και κάτι ακόμα. Αν η τιμή προς κάποιο πρόσωπο προέρχεται από έναν ιδιωτικό φορέα ίσως να μην έχει και μεγάλη σημασία. Όταν όμως προέρχεται από δημόσιο κρατικό φορέα και μάλιστα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, αντιλαμβάνεστε ότι η σημασία του – ακόμα και σημειολογικά – είναι τεράστια.

Πώς θα βλέπατε άραγε έναν τίτλο σε γερμανικό έντυπο: \”Οι Κρητικοί αποδέχονται ως δίκαια και ιπποτική την απόβαση των γερμανικών δυνάμεων το 1941\”, χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα ότι \”το Πανεπιστήμιο Κρήτης αποδέχθηκε τις απόψεις αυτές τιμώντας το Γερμανό ιστορικό συγγραφέα Χάινς Ρίχτερ\”;

Εκείνο όμως που μας εξέπληξε περισσότερο ήταν η συνέχεια. Η επιμονή σας να υλοποιήσετε την απόφασή σας παρά τις αντιδράσεις. Το πράξατε την επομένη, κατά κάποιο τρόπο \”εν κρυπτώ\”, στις υπό κατάληψη εγκαταστάσεις της Πανεπιστημιούπολης Γάλλου, στο Ρέθυμνο. Ευλόγως αναρωτιέται κανείς, ποιες σκοπιμότητες εξυπηρετεί η επιμονή σας αυτή.

Πρόκειται για ενέργεια εξαιρετικά προκλητική, μετά τα όσα προηγήθηκαν, η οποία προσβάλλει το εθνικό συναίσθημα, καταρχήν των κατοίκων της νήσου που φιλοξενεί το Πανεπιστήμιό σας, ενέργεια που το αποκόπτει από την τοπική κοινωνία!

Η σημερινή πραγματικότητα που οικοδομείται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανοίγει διάπλατο τον ορίζοντα υπέρβασης των γεγονότων της εποχής εκείνης που πλήγωσαν βαθιά την Ευρώπη και την Ανθρωπότητα. Σκοπός της υπέρβασης είναι η συμφιλίωση μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών εθνών.

Όμως αυτή η συμφιλίωση για να είναι ουσιαστική και σταθερή, θα πρέπει να οικοδομείται επάνω στην ιστορική αλήθεια και μόνον. Τόσο με την αναγνώριση και μνήμη όσων εγκλημάτων διαπράχθηκαν στο παρελθόν σε βάρος των εθνών και των πληθυσμών της Ανθρωπότητας, όσο και με την ειλικρινή και έμπρακτη μεταμέλεια όσων σχετίζονται με τη διάπραξη εκείνων των εγκλημάτων, και χάριν της μνήμης όσων ανθρώπων χάθηκαν εξαιτίας της διάπραξής τους, οι οποίοι ανέρχονται σε εκατομμύρια ζωές.

Οι απόγονοι των θυμάτων εκείνων αποτελούν το σημερινό ευρωπαϊκό πληθυσμό. Μεταξύ αυτού του πληθυσμού βρίσκονται στην πρώτη γραμμή οι Έλληνες, εν προκειμένω οι Κρήτες, οι πρόγονοι των οποίων πλήρωσαν αναλογικά το βαρύτερο ίσως κόστος.

Για τους λόγους που εκτέθηκαν παραπάνω σας καλούμε να ανακαλέσετε την απόφασή σας, κατανοώντας ότι αυτή αποτελεί πρόκληση και προσβάλλει το κοινό εθνικό αίσθημα.

Με τιμή

Για το Δ.Σ. της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων
Δρ Ιωάννης Παρίσης, Υποστράτηγος ε.α.,
Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτης,
Πρόεδρος Δ.Σ. της Ακαδημίας Στρατηγικών Αναλύσεων».

Κώστας Γ. Συλιγάρδος / Flashnews.gr

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook