Τρεις στιγμές από την πολιτική ζωή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Πριν σχεδόν τριάντα χρόνια, παραμονές των εκλογών του 1990, που έφεραν τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στην εξουσία, ως μέλος της ομάδας πολιτικής επικοινωνίας της εποχής και πριν αναλάβω ακόμα το ρόλο του Συμβούλου και λογογράφου του μετέπειτα πρωθυπουργού, ήμουν παρών σε μια σύσκεψη προετοιμασίας για μια από τις τηλεοπτικά μεταδιδόμενες συνεντεύξεις τύπου, που ήταν βασικό εργαλείο πολιτικής επικοινωνίας της εποχής. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας όταν ήρθε η σειρά μου έθεσα στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το ερώτημα αν με τις πολιτικές που θα ακολουθούσε θα αυξανόταν έστω και προσωρινά η ανεργία. Αφετηρία του ερωτήματος η ιστορική συνέντευξή του στον Οικονομικό Ταχυδρόμο (αν θυμάμαι καλά το καλοκαίρι του 1988), στην οποία είχε δηλώσει ακριβώς αυτό.

Μου απάντησε με τον ίδιο τρόπο και προκάλεσε την αντίδραση κάποιων εκ των παρισταμένων που συμβούλευσαν ότι προεκλογικά δεν είναι σκόπιμο να λεχθεί κάτι τέτοιο. Ήταν μια από τις λίγες στιγμές που τον θυμάμαι στην πολυετή συνεργασία μας να αντιδρά οργισμένα και να εξηγεί σε όλους ότι η βάση της πολιτικής του είναι η αλήθεια και δεν έχει την πρόθεση να εξαπατήσει τον ελληνικό λαό (τα είπε πολύ πιο «λαϊκά» απ’ ότι τα μεταφέρω εδώ υπάρχει και τηλεοπτικά καταγεγραμμένη η φράση του που κάποιος διέρρευσε τρία χρόνια αργότερα στις εκλογές του 1993). Τα είπε αυτά στους πιο στενούς του συνεργάτες και όχι δημόσια, γιατί πίστευε βαθύτατα στη δύναμη της αλήθειας, κι αυτήν, μαζί με την λογική και τα επιχειρήματα χρησιμοποίησε ως βασικό του όπλο σε ολόκληρη την μακρά πολιτική του σταδιοδρομία.

Λίγους μήνες νωρίτερα, στην πιο δεινή στιγμή της πολιτικής ζωής του, την αποφράδα ημέρα της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σηκώθηκε όρθιος στη Βουλή από το έδρανό του και έκανε την πιο συγκλονιστική πιστεύω ομιλία της κοινοβουλευτικής του ζωής. Την αναπαράγω αυτολεξεί, δεν κράτησε περισσότερο από ένα λεπτό.

«Είναι μια πολιτική δολοφονία που προστίθεται σε μια μακρά αλυσίδα δολοφονιών που προηγήθηκαν. Αποτελεί σκληρό πλήγμα για τη Νέα Δημοκρατία και αποτελεί δεινή δοκιμασία για εμένα και την οικογένειά μου. Πρέπει όμως αυτή την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας να σταθούμε όλοι μας όρθιοι. Να προστατεύσουμε τη Δημοκρατία και τους θεσμούς της. Σε ό,τι με αφορά, εγώ μια ευχή έχω να εκφράσω. Να είναι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτόν τον τόπο.»

Η τοποθέτηση εκείνη, που έγινε την πιο δύσκολη ώρα, αποδεικνύει πόσο η πίστη του στην εθνική συμφιλίωση δεν ήταν θεωρητική και πολιτικά υποκινούμενη, αλλά γνήσια, ειλικρινής και απόλυτη.

Το 1992, στη διάρκεια της σύγκρουσης για το όνομα της Μακεδονίας, στο εσωτερικό του τότε πολιτικού του επιτελείου υπήρχε μεγάλος προβληματισμός για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση θα μπορούσε να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο είχε βρεθεί. Να έχει από τη μια πλευρά μια κοινή γνώμη σε πλήρη έξαρση (η εποχή των συλλαλητηρίων), που ζητούσε μια «λύση» ανέφικτη και από την άλλη την πραγματικότητα που ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση γνώριζαν ότι δηλαδή η «λύση» αυτή δεν επρόκειτο ποτέ να γίνει αποδεκτή από το διεθνή παράγοντα. Στη σχετική συζήτηση τέθηκε, ως πιθανή διέξοδος από την «παγίδα» η διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος, στο οποίο ο λαός θα αναλάμβανε την τελική ευθύνη. Λύση που -χωρίς δεύτερη σκέψη- ρητά απέρριψε, καθώς δεν ήθελε επ’ ουδενί να δεσμεύσει όχι μόνο τη δική του κυβέρνηση αλλά και τη χώρα για δεκαετίες σε μια αδιέξοδη πολιτική.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έβλεπε μακριά στο μέλλον.

Αλήθεια, συμφιλίωση, μέλλον, ήταν οι σταθεροί πυλώνες της πολιτικής του ζωής και οι παρακαταθήκες που μας αφήνει. Ήταν επιλογές δύσκολες γιατί είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις πολιτική με ψεύτικες υποσχέσεις, αναζωπυρώνοντας την τυφλή αντιπαράθεση και το μίσος σε μια χώρα εθισμένη στους διχασμούς και τους εμφυλίους πολέμους, προσβλέποντας στις επόμενες εκλογές και όχι στις επόμενες γενεές.

Ο δρόμος που διάλεξε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης στην πολιτική του ζωή ήταν όμως ο δύσκολος. Αυτός που χρειάζεται υπομονή, αντοχή, πίστη και αταλάντευτη θέληση, όπως ακριβώς ένας μαραθωνοδρόμος.

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε ακριβώς αυτές τις αρετές.

Για αυτό και η πολιτική του δικαιώνεται σήμερα από φίλους και αντιπάλους και η ελληνική κοινωνία συνειδητοποιεί επιτέλους την αξία της πολιτικής του παρακαταθήκης.

Αναδημοσίευση από liberal.gr

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook