Το πέρασμα της μέδουσας από τον Κορινθιακό και τον Πατραϊκό δεν αποδείχθηκε παροδικό αλλά όπως όλα δείχνουν προσέλαβε ημιμόνιμα χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Πελοπόννησος»  Περιφέρεια Δ. Ελλάδας πήρε στα χέρια της έκθεση της υπηρεσίας Αλιείας και ετοιμάζει παρέμβαση προς το υπουργείο, καθώς οι αποφάσεις υπερβαίνουν τα όρια ευθύνης της.

H Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος, μαζί με τους δήμους της περιοχής, αιφνιδιάστηκε από τη μεγάλη διάσταση που έχει λάβει το θέμα με τις μέδουσες ενώ -ακόμη και σήμερα- παρά τις προσπάθειες που γίνονται, δεν έχει εντοπιστεί τρόπος άμεσης αντιμετώπισης του προβλήματος.

Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας, σε Περιφεριακό Επίπεδο, η αρμόδια Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Δυτικής Ελλάδος, απορρίπτει τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος εκτιμώντας ότι «δεν θα φέρει αποτέλεσμα, καθώς δεν έχουν σαφώς προσδιοριστεί τα αίτια του προβλήματος» όπως αναφέρεται σε εμπιστευτικό σημείωμα της υπηρεσίας.

«Ακόμα και να σταματήσει κάθε είδους αλιευτική δραστηριότητα στον Κορινθιακό Κόλπο, οι μέδουσες θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν και θα κάνουν τον κύκλο τους. Με ένα τέτοιο μέτρο θα πληγεί επιπλέον η τοπική αλιευτική κοινότητα, ενώ άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες με μεγάλη επίδραση στην ισορροπία του οικοσυστήματος θα συνεχίζονται όπως πριν» αναφέρεται στο σημείωμα όπου τονίζεται ότι πρέπει να υπάρξει μελέτη για την πλήρη κατανόηση των περιβαλλοντικών παραμέτρων του προβλήματος.

Υπομονή και προσοχή στην κολύμβηση, συστήνει ο τομεάρχης Βιολογίας του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ, ερευνητής Επαμεινώνδας Χρήστου, σε σχέση με την έξαρση της εμφάνισης μεδουσών στις παραλίες του Πατραϊκού και Κορινθιακού Κόλπου.

Σύμφωνα με τον κ. Χρήστου, οι μέδουσες είναι θαλάσσιοι οργανισμοί που κατά περιόδους 10 – 15 χρόνων εμφανίζουν εξάρσεις, οι οποίες αποδίδονται κυρίως σε κλιματικούς κύκλους και λιγότερο σε αιτίες που αφορούν την υπεραλίευση. Μάλιστα, πρόκειται για εξάρσεις εμφανίσεων και όχι κατ΄ανάγκη του συνολικού πληθυσμού των μεδουσών.

Οσον αφορά το φαινόμενο του Κορινθιακού, ο κ. Χρήστου τόνισε ότι ο κόλπος ενδέχεται να φιλοξενεί έναν τοπικό πληθυσμό μεδουσών, ο οποίος κατοικεί σε μεγάλα βάθη κάτω από τα 500 μέτρα. Είναι γνωστό ότι στον Κορινθιακό υπάρχουν βάθη που ξεπερνούν τα 900 μέτρα.

Κάποιες φορές όμως, λόγω της μετακίνησης θαλάσσιων μαζών που προκαλούνται από κλιματικούς παράγοντες, αυτοί οι πληθυσμοί μεδουσών φτάνουν στην επιφάνεια και με τα ρεύματα που μπορεί να επικρατούν την εποχή αυτή, τους παρασύρουν και τους εγκλωβίζουν στις ακτές.

Σε έξαρση για 2-3 χρόνια

Κάτι παρόμοιο φαίνεται ότι έχει γίνει και στην περίπτωση του Κορινθιακού και Πατραϊκού Κόλπου, εκτίμησε ο κ. Χρήστου τονίζοντας μάλιστα ότι αυτή είναι η πιο πιθανή εξήγηση. Μάλιστα, δήλωσε ότι οι πρώτες αναφορές για αύξηση της συχνότητας εμφάνισης μεδουσών στην περιοχή είχαν αρχίσει από πέρυσι και όπως τόνισε, αυτά τα φαινόμενα έχουν διάρκεια 2-3 χρόνια. Οπότε δεν είναι απίθανο να δούμε παρόμοιες εικόνες, αλλά με μικρότερη ένταση και του χρόνου το καλοκαίρι.

Οσον αφορά τη συμπεριφορά των λουομένων, ο κ. Χρήστου ήταν σαφής: «Ο κόσμος να περιμένει και να προσέχει», επειδή η Pelagia noctiluca, είδος που αυτή τη στιγμή είναι σε έξαρση στην περιοχή, προξενεί οδυνηρά «τσιμπήματα». Η μέδουσα αυτή διαθέτει νημάτια μήκους μέχρι και 2 μέτρων που μέσα στο νερό δεν διακρίνονται. Ως εκ τούτου, οι κολυμβητές θα πρέπει να κρατάνε απόσταση από τις τσούχτρες για να μην υποστούν τις οδυνηρές συνέπειες μιας στενής επαφής.

Τι να κάνετε αν σας τσιμπήσει τσούχτρα

Μην πλησιάσετε τα κολυμβητικά νερά της περιοχής χωρίς να έχετε μαζί σας μία κορτιζονούχα αλοιφή για τσιμπήματα συμβουλεύει η καθηγήτρια και διευθύντρια της Δερματολογικής Κλινικής του ΠΓΝΠ Σοφία Γεωργίου. Οι τσούχτρες καραδοκούν αλλά και οι κολυμβητές πρέπει να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά και να ελέγχουν τι κινείται γύρω τους.

«Σε καμία περίπτωση οι πολίτες δεν θα πρέπει να κολυμπούν αμέριμνοι. Από τη στιγμή δε που θα αισθανθούν ότι κάτι τους τσίμπησε, να μην το αφήσουν έτσι» αναφέρει η κ. Γεωργίου και εξηγεί: «Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί το τσίμπημα της μέδουσας ή της τσούχτρας να προκαλέσει και γενικευμένη αλλεργική αντίδραση. Αυτό βέβαια δεν είναι πολύ συχνό, αλλά κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει πώς αντιδρά ο οργανισμός του και εάν είναι αλλεργικός ή όχι μέχρι να του συμβεί. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να παρακολουθεί την περιοχή που σημειώθηκε η βλάβη».

Η καθηγήτρια δερματολογίας συμβουλεύει ότι αμέσως μετά το τσίμπημα οι πρώτες κινήσεις που πρέπει να κάνει κάποιος είναι αφενός να απομακρύνει από το δέρμα του τυχόν κολλημένα πλοκάμια και όχι με γυμνά χέρια. Στη συνέχεια να ξεπλύνει την περιοχή με θαλασσινό νερό. «Σε ορισμένους που τα συμπτώματα είναι ήπια το τρίψιμο με βρεγμένη άμμο και θαλασσινό νερό μπορεί να ελαττώσει τα συμπτώματα. Αυτό, όμως, δεν αρκεί θα πρέπει στη συνέχεια η περιοχή της βλάβης να επαλειφθεί με αλοιφή κορτιζόνης και μάλιστα επαναλαμβανόμενες φορές. Πρέπει όσοι πηγαίνουν στη θάλασσα να έχουν μαζί τους μία αλοιφή κορτιζόνης για τσιμπήματα».

Η περιπέτεια, όμως, δεν τελειώνει εκεί καθώς η κ. Γεωργίου υπογραμμίζει ότι «μπορεί το τσίμπημα να κάνει και καθυστερημένη αντίδραση. Στο σημείο του τσιμπήματος μπορεί να δημιουργηθεί μέχρι και μελάχρωση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει η περιοχή να παρακολουθείται για μερικές ημέρες».

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook