Δεν υπάρχουν προοπτικές για την υλοποίηση του σχεδίου Ήλιος, όπως έχει ανακοινωθεί και κατά συνέπεια οι στόχοι για τη συμβολή του στη μείωση του ελληνικού χρέους δεν μπορούν να επιτευχθούν. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει η μελέτη που μόλις ολοκλήρωσε το Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ), με τίτλο “Project Helios: Can Solar Energy be Exported? An Assessment Study”.

Αιτιολογώντας την άποψη αυτή το ΙΕΝΕ τονίζει ότι από τεχνικής απόψεως, ένα σύστημα μεταφοράς για τόσο μεγάλη ισχύ και απόσταση για χώρες της κεντρικής Ευρώπης χρειάζεται εξειδικευμένες μελέτες, υψηλές επενδύσεις και χρονικό ορίζοντα πλήρους λειτουργίας περί το 2020.

Το «Σχέδιο Ήλιος» (“Project Helios”) προβλήθηκε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) με μερικά βασικά χαρακτηριστικά και προσδοκίες για υψηλά κέρδη που θα συνέβαλλαν στη μείωση του χρέους της χώρας.

Το κράτος συμμετέχει σαν επιχειρηματίας στο «Σχέδιο ΗΛΙΟΣ», το οποίο βασίσθηκε σε υπερεκτιμημένες παραδοχές μακριά από τη δυναμική επιχειρηματικών δράσεων και τους κανόνες της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η εξαγγελία για συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου, χωρίς όμως την αναγκαία ρευστότητα, και οι εκτιμώμενες τιμές πώλησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από τα φωτοβολταϊκά με βάση το σύστημα Feed in Tariff της Γερμανίας, απέχουν από την πραγματικότητα.

Η θέση της κυβέρνησης για πραγματοποίηση του έργου μέσω των ισχυόντων μηχανισμών του Feed-in-Tariffs στη Γερμανία, ουσιαστικά σημαίνει επιδότηση της παραγόμενης από τα φωτοβολταϊκά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα από το Γερμανό φορολογούμενο-καταναλωτή, προοπτική που αποτελεί σαθρή βάση για την πραγματοποίηση ενός τόσο μεγάλου σε κλίμακα έργου, επισημαίνει το ΙΕΝΕ.

Στην πραγματικότητα, όπως τίθεται το όλο έργο από την Ελληνική πλευρά, δεν μπορεί να υπάρξει πωλητής, δηλαδή, επενδυτές οι οποίοι θα επενδύσουν δικά τους χρήματα σε ένα τέτοιο έργο, αφού δεν υπάρχει καν αγοραστής στην Γερμανία ή άλλη χώρα της Βόρειας Ευρώπης που θ’ αγοράζει από φωτοβολταϊκά παραγόμενο ηλεκτρισμό σε μη ανταγωνιστικές τιμές. Οι δε Διαχειριστές της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να υπογράψουν προνομιακές συμβάσεις αγοράς παραγόμενου από ΑΠΕ ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, παρακάμπτοντας την Ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού.

Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι το βασικό αυτό συμπέρασμα της μελέτης του ΙΕΝΕ έρχεται να επιβεβαιωθεί από την πρόσφατη δήλωση του υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας, ότι «δεν θα δοθεί ουδεμία βοήθεια στην Ελλάδα, μέσω Γερμανών πελατών ρεύματος». Το Βερολίνο απορρίπτει την ιδέα της επιδότησης ελληνικών επιχειρήσεων και διαμηνύει ότι η γερμανική βοήθεια θα περιορισθεί στη δημιουργία του απαραίτητου πλαισίου, για την προσέλκυση επενδύσεων. «Δεν πρόκειται να διευκολυνθούν εξαγωγές ρεύματος προς τρίτες χώρες», τονίσθηκε χαρακτηριστικά από εκπρόσωπο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών.

Τι θα μπορούσε να γίνει; Όπως αναλύεται και υποστηρίζεται στη μελέτη του ΙΕΝΕ, ένα Νέο «Σχέδιο Ήλιος» βασισμένο σε προηγμένες τεχνολογίες και τις δυνάμεις της αγοράς, χωρίς το κράτος-επιχειρηματία, μπορεί να αναπτυχθεί με θετικές επιπτώσεις στην οικονομία και με κοινωνικά και οικονομικά οφέλη τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους καταναλωτές.

Στη μελέτη εκτιμάται ότι υπάρχουν καλές προοπτικές για την ανάπτυξη των ηλιακών φωτοβολταϊκών τεχνολογιών, με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα έναντι της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα. Στα αμέσως επόμενα χρόνια αναμένεται η εξίσωση του κόστους παραγωγής των φωτοβολταϊκών με την τιμή παροχής από το ηλεκτρικό δίκτυο στις χώρες της Νότιας Ευρώπης (grid parity). Το επόμενο βήμα είναι το ανταγωνιστικό κόστος της φωτοβολταϊκής παραγωγής έναντι των ορυκτών καυσίμων το 2020, ώστε να συμμετέχει στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Συνεπώς, εκτιμάται ότι μεσοπρόθεσμα είναι ρεαλιστική η εξαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας των φωτοβολταϊκών και ίσως της αιολικής ενέργειας από την Ελλάδα προς τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης με κανόνες της αγοράς και η οποία θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις στην οικονομία και την απασχόληση. Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι η επίτευξη ανταγωνιστικού κόστους παραγωγής από τα φωτοβολταϊκά και η γραμμή μεταφοράς.

Έτσι, το τεράστιο αυτό έργο με την παραγωγή και τη διασύνδεση αποκτά Ευρωπαϊκή διάσταση και η πραγματοποίησή του θα πρέπει να αναληφθεί από κοινοπραξία εταιρειών. Σύμφωνα με τη μελέτη, θεωρείται υψίστης σημασίας η διασύνδεση των ηλεκτρικών συστημάτων από τη Νότια Ελλάδα στη Βόρεια Ιταλία για την ενεργειακή ασφάλεια και την πρόσβαση στις αγορές ηλεκτρισμού της Κεντρικής Ευρώπης. Επιπλέον, αυτή η διασύνδεση θα μπορούσε να συνδυαστεί με την διασύνδεση Πελοποννήσου – Κρήτης, αλλά και Κύπρου – Κρήτης, ώστε να μεγιστοποιηθούν τα προσδοκώμενα οφέλη. Εκτιμάται ότι η τεχνολογική και οικονομική σκοπιμότητα ενός τέτοιου σύνθετου έργου είναι ελκυστική, με υψηλές προσδοκίες για τη χώρα και την περιοχή της ΝΑ Ευρώπης.

Το σχέδιο, εκτιμά το ΙΕΝΕ, φαντάζει φιλόδοξο αλλά είναι ρεαλιστικό, τεχνικά εφικτό και οικονομικά βιώσιμο. Προτείνεται η ανάληψη πρωτοβουλιών και συντονισμένων δράσεων από την κυβέρνηση, αφενός σε πολιτικό επίπεδο για την υποστήριξη του συγκεκριμένου έργου για ένταξη της διασύνδεσης στα Ευρωπαϊκά δίκτυα και αφετέρου σε επιχειρηματικό επίπεδο για την προσέλκυση επενδυτών, με την παροχή κινήτρων. Μάλιστα, αναμένεται να προκύψει προστιθέμενη αξία και από πιθανές δραστηριότητες για την κατασκευή του εξοπλισμού των σταθμών ΑΠΕ.

Λόγω των τεχνολογικών και οικονομικών απαιτήσεων ενός έργου αυτής της κλίμακας η μελέτη εκτιμά χρονικό ορίζοντα υλοποίησης και λειτουργίας του έργου περί το 2020.

energypress.gr

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook