Ήταν ακριβώς πριν από 25 χρόνια, στις 1:23:58 της 26ης Απριλίου του 1986, όταν μια σειρά εκρήξεων στον αντιδραστήρα του τέταρτου ενεργειακού μπλοκ στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ, στην τότε Σοβιετική Ένωση, προκάλεσε αυτό που μετέπειτα χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη τεχνολογική καταστροφή του 20ου αιώνα.

Η είδηση \”ταξίδεψε\” με ταχύτητα φωτός, μέσα από τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς δέκτες, σε ολόκληρο τον πλανήτη, προκαλώντας πανικό- ιδιαίτερα τις πρώτες ημέρες- ατελείωτες συζητήσεις για το κατά πόσο το ατύχημα αφορά και μπορεί να επηρεάσει και τη δική μας επικράτεια και προβληματισμό για το τι μέλλει γενέσθαι.

Τότε, πολλοί ήταν αυτοί που έκαναν λόγο για μια \”σοβιετική Πομπηία\”- και όχι άδικα. Η φοβερή αυτή καταστροφή, στις παλαιότερες γενιές αναμόχλευσε μνήμες της τραγωδίας της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι και στις νεότερες έσπειρε τον πανικό και την αβεβαιότητα για την επόμενη ημέρα.

Όσοι βίωσαν τη συμφορά -άντρες, γυναίκες, παιδιά, επιστήμονες, μελλοθάνατοι, μητέρες που γέννησαν παραμορφωμένα παιδιά, μαθητές που δεν συναντιούνται πια στο σχολείο αλλά σε μονάδες λευχαιμικών ασθενών, γονείς που έθαψαν τα παιδιά τους, γυναίκες που είδαν τους άντρες τους να λιώνουν ζωντανοί πριν πεθάνουν, κορίτσια που κρύβουν την καταγωγή τους γιατί, αν την αποκαλύψουν, δε θα βρουν σύντροφο για τη ζωή τους- μίλησαν στη Λευκορωσίδα δημοσιογράφο και συγγραφέα, Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, για την καταστροφή και αυτή συγκλόνισε την ανθρωπότητα με το βιβλίο της \”Τσερνομπίλ: Ένα χρονικό του μέλλοντος\” (εκδόσεις Περίπλους, 2001).

Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο, στεκόμαστε σε ορισμένες απ\’ αυτές:

\”Να σας μιλήσω για την αγάπη ή για το θάνατο; Δεν ξέρω… Μήπως τελικά είναι το ίδιο; Εκείνο τον καιρό ήμασταν νιόπαντροι. Περπατούσαμε στο δρόμο χέρι-χέρι, ακόμη κι όταν πηγαίναμε για ψώνια. Τού έλεγα: \’Σ\’ αγαπώ\’, χωρίς να ξέρω ακόμα πόσο πολύ… Ζούσαμε στον πρώτο όροφο του ξενώνα της πυροσβεστικής υπηρεσίας. Στον ίδιο ξενώνα έμεναν ακόμη τρία ζευγάρια με τα οποία μοιραζόμασταν την κουζίνα. Κάτω απ\’ τα δωμάτιά μας στάθμευαν τα αυτοκίνητα της πυροσβεστικής. Κόκκινα πυροσβεστικά οχήματα.

Ο Βάσια ήταν πυροσβέστης. Γνώριζα πάντα,που ήταν και τι έκανε. Εκείνη τη νύχτα, μέσα στον ύπνο μου, άκουσα ένα θόρυβο. Σηκώθηκα να δω από το παράθυρ. Με είδε και μου \’πε: \’Κλείσε τα παράθυρα και πέσε στο κρεβάτι. Έπιασε φωτιά ο αντιδραστήρας. Θα γυρίσω γρήγορα\’. Δεν πρόλαβα να δω την έκρηξη. Μόνο τις φλόγες. Τα πάντα έμοιαζαν να τρέμουν μες στο ζεστό αέρα. Φλόγες υψωνόταν μέχρι τον ουρανό και παντού καπνός…αφόρητη ζέστη. Κι αυτός ήταν εκεί έξω […] Τέσσερις η ώρα … Πέντε … Έξι… […] Στις επτά με ενημέρωσαν ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο. […] Είχε πρηστεί και ανάσαινε βαριά. Μετά βίας διέκρινες τα μάτια του […]\”, εξιστορεί η Λουντμίλα Ιγκνατένκο, σύζυγος του πυροσβέστη Βασίλι Ιγκνατένκο, ο οποίος έχασε τελικά την άνιση, όπως αποδείχθηκε, μάχη για τη ζωή, αφήνοντας χήρα, μ\’ ένα παιδί στην κοιλιά, τη σύζυγό του.

\”Η κόρη μου δεν μοιάζει με τα άλλα παιδιά… Όταν μεγαλώσει, θα με ρωτήσει: \’Γιατί δεν είμαι σαν όλους τους άλλους;\’. Όταν γεννήθηκε, δεν ήταν ένα κανονικό νεογέννητο, αλλά ένας ζωντανός σάκος, κλειστός απ\’ όλες τις πλευρές, χωρίς ούτε ένα ράγισμα. Μόνον τα μάτια της ήταν ανοιχτά. Στον ιατρικό της φάκελο έγραψαν: \’Σύνθετη παθολογία εκ γενετής: απλασία της έδρας, απλασία του κόλπου, απλασία του αριστερού νεφρού\’. Κάπως έτσι λέγεται αυτό που έχει με επιστημονικούς όρους- με απλές όμως λέξεις, λέγεται: \’δεν έχει ποπό, δεν έχει πιπί κι έχει ένα μόνο νεφρό\’. Τη δεύτερη μέρα της ζωής της την πήγα στο χειρουργείο. Άνοιξε τα μάτια της και μου φάνηκε πως μου χαμογέλασε. Στην αρχή νόμισα πως θα έβαζε τα κλάματα, όμως- μα τω Θεώ- χαμογέλασε! Τα νεογέννητα με τέτοια παθολογία δεν επιζούν- πεθαίνουν αμέσως. Δεν πέθανε όμως, γιατί την αγαπώ. Σε τέσσερα χρόνια υποβλήθηκε σε τέσσερις εγχειρήσεις. Είναι το μοναδικό παιδί στη Λευκορωσία, που επέζησε με τέτοια σύνθετη παθολογία. Τη λατρεύω … (Σταματά). Δεν μπορώ να ξανακάνω παιδιά. Δεν το τολμώ…\”, λέει η Λαρίσα Ζ., μητέρα, που έφερε στον κόσμο ένα παιδί, στο σώμα του οποίου είναι αποτυπωμένες με τον πλέον έκδηλο τρόπο οι συνέπειες του τραγικού πυρηνικού ατυχήματος.

Η σημερινή πραγματικότητα

Σύμφωνα με κάποια στοιχεία, ορισμένα είδη του ζωικού βασιλείου, όπως ελάφια, άγρια άλογα, αετοί και γεράκια έχουν επιστρέψει στη ζώνη αποκλεισμού των 30 χλμ, που είχε δημιουργηθεί γύρω από τον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ, από την οποία απομακρύνθηκαν όλοι οι κάτοικοι μετά το ατύχημα, ενώ απαγορεύτηκε και κάθε είδος κυνηγιού.

Ωστόσο, όπως δήλωσε πρόσφατα στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων AFP ο καθηγητής Βιολογίας του Πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας, Τιμ Μουσό (Tim Mousseau), ένας από τους λίγους επιστήμονες που ερευνούν σε βάθος τη βιοποικιλότητα γύρω από το Τσερνομπίλ, η παραπάνω εικόνα θα μπορούσε να είναι παραπλανητική. \”Το Τσερνομπίλ δεν είναι σίγουρα ασφαλές καταφύγιο για την άγρια ζωή\”, είπε χαρακτηριστικά.

Το 2010, ο ίδιος και οι συνεργάτες του δημοσίευσαν τη μεγαλύτερη ποτέ καταγραφή της άγριας ζωής στη ζώνη αποκλεισμού, που έδειξε μεγάλη μείωση στην παρουσία θηλαστικών, καθώς και στα διάφορα είδη εντόμων. Ενώ στο πλαίσιο έρευνας, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν το Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, αιχμαλωτίστηκαν 550 πουλιά, που ανήκουν σε 48 διαφορετικά είδη, από οχτώ διαφορετικά σημεία της παραπάνω ζώνης. Σε διάφορες μετρήσεις που έγιναν στον εγκέφαλό τους, αποδείχθηκε ότι τα πουλιά που ζούσαν στις λεγόμενες \”θερμές ζώνης\” είχαν μικρότερο εγκέφαλο κατά 5% σε σχέση μ\’ εκείνα που προερχόταν από περιοχές με μικρότερη ακτινοβολία. Μάλιστα, η διαφορά ήταν εξαιρετικά μεγάλη, σε περιπτώσεις πουλιών, ηλικίας μικρότερης του ενός έτους.

Η μόλυνση στις περιοχές της διαβόητης \”ζώνης αποκλεισμού\” δεν είναι ενιαία. Ορισμένες περιοχές, κατά τους επιστήμονες, είναι αρκετά καθαρές, αλλά σε απόσταση λίγων μόλις χιλιομέτρων απ\’ αυτές ενδέχεται να βρίσκονται \”θερμές ζώνες\”- καθορίζονται συνήθως από την τάση των ανέμων και τη βροχή- όπου τα επίπεδα ραδιενέργειας είναι σαφώς υψηλότερα.

Nooz.gr

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook