Η είδηση ήταν συγκλονιστική και πρωτοφανής. Το γεγονός δεν έχει προηγούμενο. Σε όλα τα χρόνια της ταλαιπωρημένης Μεταπολίτευσης. Αλλά και μετά το αναπόφευκτο και προφανές τέλος της. Και όσο βασανιστικά διαρκεί αυτό. 

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Ν. Σακελλαρίου παραιτήθηκε από το αξίωμά του. Με μια δήλωση – ισχυρό μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση. «Η διαφύλαξη των συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών είναι αδιαπραγμάτευτη». 

Και η Κυβέρνηση; Έσπευσε να κάνει δεκτή την παραίτησή του. Σαν να μην μπορούσε να κρύψει τον ενθουσιασμό της από την απομάκρυνση ενός προέδρου ανωτάτου δικαστηρίου, που τους τελευταίους μήνες και χρόνο τους ενοχλεί σε αφόρητο, γι’ αυτούς, βαθμό. 

Ο τρόπος και η ένταση εκφοράς των δηλώσεων του Νίκου Σακελλαρίου αποδεικνύουν τη γνησιότητα και την ειλικρίνεια των ισχυρισμών του. Άλλωστε, ο ίδιος ποτέ δεν διεκδίκησε πολιτικές συμπάθειες. Ούτε πολιτικές ερμηνείες για τη συμπεριφορά και τη δράση του.  Δεν είχε ποτέ πολιτικές φιλοδοξίες. Κανένα κόμμα δεν τον διεκδικεί. Ούτε έχει χτυπήσει την πόρτα οποιασδήποτε πολιτικής παράταξης. Είναι γνωστός ο έντονος θρησκευτικός προσανατολισμός του. Και, πιο γενικά, η συγκρατημένη συντηρητική φιλοσοφία του. Του ασκείται, συχνά, κριτική με κριτήρια από τον πλούσιο χώρο του «πολιτικά ορθού».

Η παραίτηση του Νίκου Σακελλαρίου θέτει ένα γενικότερο πρόβλημα. Αναδεικνύει ένα σοβαρό διακαιοπολιτικό πρόβλημα. Η Κυβέρνηση δεν ενοχλείται τόσο από τη δράση και λειτουργία της Ποινικής Δικαιοσύνης. Έχει κατασκευάσει υπόγειες και υπόνομες διαδρομές υπονόμευσης της ανεξαρτησίας και της «δίκαιης» λειτουργίας της.  Κυρίως, όμως, ενοχλείται βασανιστικά από τον τρόπο που τα Διοικητικά Δικαστήρια (στην κορυφή των οποίων βρίσκεται το Συμβούλιο της Επικρατείας)  ελέγχουν, κρίνουν και ακυρώνουν ή επικυρώνουν τις δικές τους πράξεις. 

Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί τον πιο χυδαίο πολιτικό λόγο, την πιο βάναυση κριτική για τους δικαστές. Ιδίως του Συμβουλίου Επικρατείας. Να θυμηθούμε τι «κλάματα» έχει ρίξει η κυβέρνηση, όταν ακυρώθηκε ο κορμός του «νόμου Παπά» για τις τηλεοπτικές άδειες και έχασε έτσι την χρυσή γι΄ αυτή ευκαιρία πλήρους αποδυνάμωσης του ρόλου των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας; Να λησμονήσουμε τα χονδροειδή υπονοούμενα διαφόρων μεγαλοπαραγόντων της Κυβέρνησης, όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν επέτρεψε τον εκβιασμό των συμπολιτών μας μέσα από μια χαοτική θεσμοθέτηση του πόθεν έσχες; Και μέσα από τη χρονική   παράταση της έρευνας από τις οικονομικές Αρχές υποθέσεων που χάνονταν στη λήθη του χρόνου; Τα μονίμως χυδαία σχόλια του Πολάκη; Ο κατάλογος είναι μεγάλος. Και η κακοήθεια των λόγων και πράξεων των κυβερνητικών στελεχών αμέτρητη. Η πικρή αλήθεια είναι και απλή. 

Η Κυβέρνηση δεν ανέχεται, ούτε αντέχει, το κράτος δικαίου. Γι’ αυτήν είναι νόμιμο και ηθικό η διεκπεραιωτική διαχείριση των επιθυμιών της και των βουλήσεών της. Ακόμη πιο ανατριχιαστικό. Δεν ανέχεται, ούτε αντέχει την αντίθετη άποψη. Και, ιδίως, αν αυτή αφορά την αποδοκιμαστική κρίση των πολιτών για όσα βάναυσα και βλαβερά για την πατρίδα διαπράττουν αυτή και τα όργανά της.

Ας ψάξουμε όμως βαθύτερα. Όλοι όσους μας ενδιαφέρει η ποιότητα των θεσμών. Σύμφωνα με τους καταστατικούς κανόνες και αξίες τους. Ας ψάξουμε την αποτελεσματικότητα και δραστικότητά τους, όπως αυτές διαπιστώνονται από τις θεμελιώδεις αρχές τους. Και ας αναζητήσουμε την αντοχή τους στο πλαίσιο μιας ανοιχτής δημοκρατίας και κοινωνίας και ενός ουσιαστικού κράτους δικαίου.

Έχουμε διαπράξει χρονικά ένα τεράστιο θεσμικό λάθος. Τα δικαστήρια δεν ασκούν τη δημοσιονομική πολιτική. Αυτή την ασκεί η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη. Αυτή κατανέμει το δημόσιο πλούτο και τα δημόσια έσοδα. Είναι θεσμικό λάθος το να περιμένουμε από τα δικαστήρια να λύνουν προβλήματα όπως αυτά με τα οποία ασχολείται τα τελευταία χρόνια το Συμβούλιο της Επικρατείας. Όχι πως το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας δεν οφείλει να αντιμετωπίζει συχνά σύμφωνα με τη συνταγματική δικαιοδοσία του και τον παραδοσιακό δικαιοπολιτικό ρόλο του προβλήματα και αντιπαραθέσεις με έντονο πολιτικό χρώμα. Δυστυχώς έχουν αναφανεί δύο μεγάλες τρύπες στο πολιτικό και πολιτειακό μας σύστημα. Από τη μια, είναι ολοφάνερο το ιδεολογικό και πολιτικό κενό στα δημόσια πράγματα της χώρας. Από την άλλη, η σημερινή Κυβέρνηση (και αρκετές κυβερνήσεις στο παρελθόν) δεν θέλει να αναλάβει, αυτή αποκλειστικά, την ευθύνη για τις δικές τις «σκληρές» αποφάσεις. Σα να θέλει να υποστηρίξει τις δικές της αποφάσεις μέσα από τις αποφάσεις των δικαστηρίων. Δυστυχώς και η Κυβέρνηση και μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης πιέζουν τους δικαστές να αναλάβουν το ρόλο του Υπουργού Οικονομικών. Για να πετύχει τον προηγούμενο στόχο της, δηλαδή τη δικαστική επικύρωση των δικών της αποφάσεων, η Κυβέρνηση, αυτή κατεξοχήν Κυβέρνηση, χρησιμοποιεί κάθε θεμιτό, και κυρίως, αθέμιτο μέσο. 

Όλα αυτά δημιουργούν εντάσεις. Καλλιεργούν ανεξέλεγκτα πάθη. Και αναπόφευκτες στρεβλώσεις. Και ο νομικός Λόγος, αυτός που συμβάλλει ή προωθεί λύσεις ή επιλύει διαφορές ή και διαπαιδαγωγεί γίνεται πιο φτωχός. Ακόμα και στο πεδίο, το πλούσιο λειβάδι των αρετών.

Πάντως, για τους φίλους, ο Νίκος Σακελλαρίου δεν πραγματοποίησε «ηρωική έξοδο». Απλώς ολοκλήρωσε μια ηρωική συμπεριφορά. Ακόμα και πέρα από το σαρκίο του. Και, πάλι για τους φίλους, αυτό δεν πρέπει να αγνοηθεί.

  • Ο Αντώνης Ν. Βγόντζας είναι νομικός

 

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook