Οι νέες συνθήκες που γέννησε ο κορονοϊός και ένας γενικός μπούσουλας για κάθε γονέα.

Όλες οι διαθέσιμες ερευνητικές και πρακτικές ενδείξεις υποδεικνύουν πως ο χρόνος που περνούν πια τα παιδιά μπροστά σε μια οθόνη έχει αυξηθεί εκθετικά εδώ και έναν χρόνο, στην εποχή του κορονοϊού.

Η κοινωνική απόσταση, τα lockdown και η τηλεκπαίδευση έχουν επιφέρει νέες προκλήσεις για τον γονέα, που έχει να διαχειριστεί μια νέα ψηφιακή συνθήκη για τα παιδιά του.

Τι μπορείς να κάνεις για να μείνουν μεν τα παιδιά σε επαφή με το τεχνολογικό περιβάλλον, χωρίς όμως να υπονομεύσει αυτό τις άλλες πτυχές της ζωής τους;

Σε αυτό απαντούν δύο άνθρωποι που γνωρίζουν καλά. Οι John Palfrey και Urs Gasser είναι εκπαιδευτικοί καριέρας και ερευνητές, έχοντας από καιρό στο στόχαστρο τις καλές πρακτικές χρήσης της τεχνολογίας από παιδιά.

Το 2008 κυκλοφόρησαν ένα βιβλίο («Born Digital») με τα συμπεράσματα ερευνών, συνεντεύξεων και εμπειρικών δεδομένων και προσφάτως ξαναχτύπησαν με ένα πόνημα («The Connected Parent») με απλές συμβουλές για ανήσυχους γονείς.

Ο στόχος δεν είναι, μας λένε, να απαγορεύσεις στα παιδιά σου να κάθονται μπροστά σε μια οθόνη. Παρά να κάνεις όσο γίνεται πιο παραγωγικό και εποικοδομητικό αυτό τον χρόνο. Και οι τρόποι είναι αρκετοί…

Η ώρα της οθόνης

Ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά σε μια φορητή συσκευή πρέπει να αφορά περισσότερο την ποιότητα παρά την ποσότητα.

Τα ερευνητικά δεδομένα που παραθέτουν οι Palfrey και Gasser επιβεβαιώνουν πως το σημαντικότερο δεν είναι ο ίδιος ο χρόνος που δαπανούν τα παιδιά, αλλά το τι κάνουν όταν είναι online.

Με δεδομένο πάντα την ηλικία. Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, για παράδειγμα, δεν βλέπει κανέναν λόγο να εκτίθενται παιδιά μικρότερα από 2 ετών σε οθόνες.

Μελέτες σε αυτές τις ηλικίες δείχνουν τις αρνητικές επιπτώσεις μιας τέτοιας έκθεσης στη γλωσσική ανάπτυξη και τη βραχυχρόνια μνήμη.

Μεγαλύτερα παιδιά ωστόσο, ειδικά στην εφηβεία, θα βρουν τον τρόπο να παρακάμψουν κάθε γονεϊκό χρονικό περιορισμό. Και όχι μόνο αυτό, αλλά το «όχι» υπονομεύει την εμπιστοσύνη των εφήβων στους γονείς, ρίχνοντας βαριά σκιά στη μεταξύ τους σχέση.

Η ασφάλεια οφείλει να είναι ο οδηγός

«Πάρτε την ασφάλεια πιο σοβαρά απ’ όσο κάνετε τώρα», λένε χωρίς περιστροφές οι δύο ερευνητές, «και μετά συζητήστε τη με τα παιδιά σας». Εννοούν εδώ παιδιά προεφηβικής ηλικίας (λίγο πριν τα 10 χρόνια).

Παιδιά αυτής της ηλικιακής ομάδας επιδίδονται ήδη καθημερινά στην κοινωνική δικτύωση και οι συμβουλές των γονέων τους λειτουργούν εξαιρετικά καλά για να αποκτήσουν καλές πρακτικές στο σερφάρισμά τους.

Με βάση την ερευνητική δουλειά τους στο Χάρβαρντ, οι Palfrey και Gasser θεωρούν πρωταρχικής σημασίας να ενημερώνουν οι γονείς τα παιδιά για το τι και πόσα πράγματα από την προσωπική τους ζωή είναι επιτρεπτό να μοιράζονται online.

Τα παιδιά δεν συνειδητοποιούν τις μακροχρόνιες συνέπειες της online δράσης τους, όπως μια φωτογραφία τους ή η εμπλοκή τους σε μια διαδικτυακή συζήτηση. Είναι χρέος των γονέων να τους εισάγουν στον άγνωστο ακόμα και δυνητικά επικίνδυνο ψηφιακό κόσμο.

Και τα παιδιά αποδεικνύονται πανέξυπνα, μας λένε, στην υιοθέτηση καλών συμπεριφορών online, φτάνει να τους διδάξει κάποιος. Πώς να επικοινωνούν με τους φίλους τους δηλαδή στα social media και τις gaming πλατφόρμες χωρίς να δημιουργούν πιθανά προβλήματα για το μέλλον τους.

Το μόνο που δεν πρέπει να κάνει ο γονέας είναι να αφήσει τον φόβο του να τον παρασύρει. Ή να λειτουργήσει ως οδηγός.

Το συχνότερο πρόβλημα που καταγράφεται πια σε προεφηβικές και εφηβικές ηλικίες είναι το online bullying. Μόνο που, όμως μας λένε, τα παιδιά που εκφοβίζονται και παρενοχλούνται online είναι αυτά που εκφοβίζονται και παρενοχλούνται και εκτός ίντερνετ.

Σπανίως το bullying είναι μόνο cyberbullying, όπως έχει αποδείξει επανειλημμένως η Data & Society, ερευνητικός εταίρος της Microsoft Research.

Τι πρέπει να κάνει εδώ ο γονέας; Να καθορίσει απλούς πρακτικούς κανόνες για τη χρήση του ίντερνετ (πού μπαίνει και πού δεν μπαίνει το παιδί) και να φτιάξει ένα ευνοϊκό πλαίσιο συζήτησης των προβλημάτων που ανακύπτουν.

Ένα πράγμα τη φορά

Παρά το γεγονός ότι ζούμε εδώ και καιρό στην εποχή του multi-tasking, οι Palfrey και Gasser καλούν επιστροφή στα παλιά, όταν μιλάμε για το μεγάλωμα των παιδιών τουλάχιστον. «Κάντε ένα πράγμα τη φορά, το multi-tasking δεν είναι δυνατό».

Παιδιά που μεγαλώνουν μπροστά σε οθόνες από τρυφερή ηλικία είναι εύκολο να πιστέψουν στα σχολικά τους χρόνια ότι μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα ταυτοχρόνως.

Κανείς δεν μπορεί, μας λέει αποφασιστικά η Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρία, στην πραγματικότητα δεν κάνεις πολλά πράγματα ταυτοχρόνως, περνάς απλώς γρήγορα από το ένα πράγμα στο άλλο.

Εδώ τα όρια είναι απαραίτητα. Όταν τα παιδιά κάνουν ένα πράγμα (διαβάζουν για το σχολείο π.χ.), οφείλουν να κάνουν μόνο αυτό και τίποτα άλλο εκείνη τη στιγμή.

Πότε κλείνει η οθόνη

Τουλάχιστον μισή ώρα ή, ακόμα καλύτερα, μία ώρα πριν το κρεβάτι. Μελέτη του Brown University έχει δείξει πως τα παιδιά δεν κοιμούνται επαρκείς ώρες και ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες εδώ είναι οι ανοιχτές οθόνες στο τέλος της ημέρας.

Εδώ οι Palfrey και Gasser δεν αφήνουν περιθώρια συνδιαλλαγής. Θεσπίστε κανόνες ώστε να κλείνουν υποχρεωτικά οι συσκευές τουλάχιστον μισή ώρα, ιδανικά μία ώρα, πριν πέσει το παιδί στο κρεβάτι, λένε σε όλους τους τόνους.

Όχι συσκευές κατά το διάβασμα και τον ύπνο

Όλοι οι γονείς γνωρίζουν τον πειρασμό που νιώθουν τα παιδιά όταν υπάρχει μια συσκευή δίπλα τους. Κάτι που ισχύει προφανώς και για τις μεγαλύτερες ηλικίες, τους ίδιους τους γονείς δηλαδή.

Αν λοιπόν δεν μιλάμε για καθεστώς τηλεκπαίδευσης, κινητά και φορητές συσκευές δεν πρέπει να είναι δίπλα στα παιδιά όταν αυτά μελετούν τα μαθήματά τους ή πηγαίνουν στο κρεβάτι τους για τον βραδινό ύπνο.

Οι Palfrey και Gasser επιμένουν εδώ, όχι απλώς να είναι κλειστή η συσκευή, αλλά να μην είναι καν ορατή.

Μη φοβάστε το gaming

Οι περισσότεροι γονείς ανησυχούν για τις επιπτώσεις του gaming (online πια) στις ζωές των παιδιών τους. Και δεν έχουν άδικο, το gaming μπορεί να γίνει εμμονή και να καταναλώνει ολοένα και περισσότερο χρόνο από την καθημερινότητα του παιδιού, σε βάρος των άλλων δραστηριοτήτων.

Οι μελέτες ωστόσο δείχνουν με συνέπεια ότι οι φόβοι για το gaming είναι τις περισσότερες φορές υπερβολικοί. Ελάχιστες ενδείξεις έχουμε ερευνητικά για μια κοινή γονεϊκή ανησυχία, ότι το gaming κάνει τα παιδιά επιθετικά και αντικοινωνικά.

Το gaming μπορεί, αντιθέτως, να έχει θετική επίδραση στο παιδί, τόσο σε όρους γνωστικής όσο και κοινωνικής ανάπτυξης. Μελέτες επιβεβαιώνουν συνεχώς τον ρόλο των ηλεκτρονικών παιχνιδιών στη βελτίωση της μνήμης, ακόμα και στην κοινωνικοποίηση των παιδιών.

Το MIT έχει σχεδιάσει ένα τέτοιο gaming πρόγραμμα (Scratch) για παιδιά ηλικίας 8-16 ετών που καταλήγει σε ένα σωρό θετικά μαθησιακά αποτελέσματα για τα παιδιά.

Διαλείμματα, υποχρεωτικά διαλείμματα

Τα παιδιά προσκολλούνται στους υπολογιστές τους ολοένα και περισσότερο όσο μεγαλώνουν. Είτε για απλή διασκέδαση, είτε για κοινωνική συναναστροφή, είτε για να κάνουν τα μαθήματά τους και προσφάτως ακόμα και για να παρακολουθήσουν το σχολικό πρόγραμμα.

Τα διαλείμματα είναι υποχρεωτικά εδώ και οι δραστηριότητες άπειρες, φτάνει να περιέχουν φυσική άσκηση. Λίγη γυμναστική, μια βόλτα στο πάρκο, τέτοια πράγματα ψάχνουμε που σίγουρα θα είναι διαφορετικά για κάθε οικογένεια.

Και όλα είναι καλά, φτάνει να μην περιλαμβάνουν πάλι οθόνες. Οι δύο ερευνητές παρατηρούν πως ενώ ο χρόνος που περνούν τα παιδιά μπροστά στη συσκευή δεν έχει και τόση σημασία, είναι σημαντικό να παραμένουν offline και να κάνουν πράγματα που δεν μπορούν να κάνουν σε έναν υπολογιστή.

Τα παιδιά κάνουν ό,τι και οι γονείς τους

Αυτή είναι η σημαντικότερη πτυχή των συμβουλών που έρχονται να μας δώσουν οι Palfrey και Gasser. Ότι το πρότυπο συμπεριφοράς για ένα παιδί είναι πάντα ο γονέας του.

Και δεν χρειάζεσαι έρευνες, μας λένε, για να σου αποδείξουν πως ό,τι κάνεις ως άνθρωπος έχει αντίκτυπο στο παιδί σου, το ξέρεις αυτό και εμπειρικά και διαισθητικά.

Αν λες, για παράδειγμα, στο παιδί σου να προσέχει τι γράφει στο Facebook, αλλά εσύ δεν το κάνεις καθόλου, τι του λες πραγματικά; Αν του περιορίζεις τον χρόνο που περνά στο ίντερνετ αλλά σε βλέπει μονίμως με ένα κινητό στο χέρι, πώς να πιστέψει πως μια τέτοια συμπεριφορά δεν είναι καλή;

Τίποτα δεν μετρά περισσότερο στην προσπάθεια υποστήριξης και κατεύθυνσης των παιδιών στην υιοθέτηση καλών προτύπων στο ίντερνετ από τις ίδιες τις πρακτικές του γονέα. Η επικοινωνία είναι ξανά το κλειδί.

Και με τα παιδιά μας επικοινωνούμε και μέσω των πράξεών μας, της προθυμίας μας να τα ακούσουμε και της ικανότητάς μας να μαθαίνουμε και να εξελισσόμαστε.

Ο «συνδεδεμένος γονέας» είναι εξάλλου αυτός που θα στραφούν όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά εκεί έξω. Ακόμα κι αν δεν ξέρεις όλες τις απαντήσεις, το σημαντικό είναι να είσαι εκεί γι’ αυτά.

Είτε online είτε offline.

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook