Είναι ένας από τους διαβόητους εγκληματίες του κόσμου, ένας κανίβαλος που έκοψε το μόριο του πρόθυμου θύματός του, το σκότωσε και κατανάλωνε τα μέλη του για μία περίοδο 18 μηνών.

Ο λόγος για τον Γερμανό Άρμιν Μάιβες, ο οποίος προσκάλεσε τον Μπερντ Μπράντες στο απομακρυσμένο αγρόκτημά του τον Μάρτιο του 2001, προτού τον μαχαιρώσει στο λαιμό και καταναλώσει τη σάρκα του με πατάτες, λαχανικά και κόκκινο κρασί.

Το σοκαριστικό έγκλημα του Μάιβες που συγκλόνισε τη Γερμανία αναβιώνει μέσα από ένα καινούργιο ντοκιμαντέρ, το οποίο προβλήθηκε εχθές από το βρετανικό Channel 5.

Το ντοκιμαντέρ με τίτλο «The Cannibal Next Door» ξεδιπλώνει τη φρικιαστική ιστορία του «Κανίβαλου του Ρότενμπουργκ», όπως αποκαλούν κάποια ΜΜΕ τον 61χρονο σήμερα Μάιβες. Ανάμεσα στις πτυχές της ανατριχιαστικής υπόθεσης που παρουσιάζονται είναι και ο τρόπος με τον οποίο ο Μάιβες χρησιμοποιούσε το forum «Cannibal Cafe» για να αναζητήσει ένα άνδρα πρόθυμο να σφαγιαστεί και να «μετατραπεί σε πεντανόστιμα σνίτσελ και μπριζόλες». Επίσης αποκαλύπτονται τα σοκαριστικά μηνύματα που αντάλλαξε ο πρώην τεχνικός υπολογιστών με το θύμα του πριν το μοιραίο ραντεβού τους, το οποίο κατέληξε στον μαρτυρικό θάνατο του Μπράντες. Στα μηνύματα προς τον μελλοντικό δολοφόνο του, ο Μπράντες αποκαλεί τον εαυτό του «το γεύμα σου» και μιλά για τη φαντασίωσή του να δαγκώσει κάποιος το μόριό του, κόβοντάς το. «Θα ήθελα να νιώσω και να δω τα δόντια σου. Τότε θα είμαι πια έτοιμος για σφαγή», έγραφε μεταξύ άλλων ο 43χρονος Μπράντες.

Ο καθηγητής Μαρκ Τ. Χόφμαν, με μεγάλη εμπειρία στον κλάδο της εγκληματολογίας, έχει περάσει χρόνια ερευνώντας το dark web. Σύμφωνα με τον ειδικό, που μίλησε στη Sun, ο ιστότοπος Cannibal Cafe έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον θάνατο του Μπράντες. «Κάποιοι πιστεύουν ότι αυτά τα φόρουμ αποτρέπουν εγκλήματα, δίνοντας σε ανθρώπους τη δυνατότητα να μιλούν για τις φαντασιώσεις τους και να αντλούν κάποια ικανοποίηση, χωρίς να τις πραγματοποιούν. Στην πραγματικότητα, αυτό που κάνουν είναι να ενισχύουν τη φαντασίωση με εικόνες, βίντεο και ακραία ερεθιστική γλώσσα. Αυτό αυξάνει τις πιθανότητες κάποιοι άνθρωποι να πάνε ένα βήμα παραπέρα και να υλοποιήσουν τις φαντασιώσεις τους».

Εφηβικές φαντασιώσεις

Ο Μάιβες μεγάλωσε σε μια απομακρυσμένη φάρμα στο Γούστεφελντ. Ο κόσμος του έγινε συντρίμμια όταν, σε ηλικία 8 ετών, ο πατέρας του και ο μεγαλύτερος αδελφός του εγκατέλειψαν την οικογενειακή εστία, αφήνοντάς τον μόνο με τη μητέρα του.

Το αγόρι πέρασε τα επόμενα χρόνια της ζωή του υποφέροντας από τη μοναξιά και το bullying που δεχόταν στο σχολείο. Για να αντιμετωπίσει τα αισθήματα της απελπισίας που βίωνε, δημιούργησε έναν φανταστικό φίλο – ή μικρό αδελφό – ονόματι «Φράνκι». Αυτό είναι και το όνομα που θα επέλεγε χρόνια αργότερα ως ψευδώνυμο στο Cannibal Cafe. Αφού διάβασε τον «Ροβινσώνα Κρούσο» και την ιστορία του Χάνσελ και της Γκρέτελ, ανέπτυξε εμμονή με την ιδέα ότι θα μπορούσε να καταπολεμήσει τη μοναξιά τρώγοντας έναν άλλον άνθρωπο, ο οποίος δεν θα μπορούσε να τον εγκαταλείψει ποτέ.

Στην εφηβεία, η φαντασίωση αυτή «εμπλουτίστηκε» με σεξουαλικά στοιχεία, όμως ο Χόφμαν λέει πως το κίνητρο του Μάιβες δεν ήταν η σκέψη της δολοφονίας, αλλά του τεμαχισμού του πτώματος που θα ακολουθούσε. «Ήταν μια φαντασίωση νεκροψίας, ήθελε να ανοίξει ένα νεκρό σώμα και να αφαιρέσει τα εσωτερικά όργανα» εξηγεί ο ειδικός.

Σε ανατριχιαστικά μηνύματα στο forum, ο Μάιβες χαρακτήριζε κάποιους από τους συμφοιτητές του «ζουμερά αγόρια» και έγραφε: «Φαντασιωνόμουν πώς θα τους αποπλανούσα, μετά θα τους νάρκωνα, θα τους έγδυνα αργά και θα απολάμβανα τα κορμιά τους προτού τα φάω».

Ο Μάιβες ανακάλυψε το dark web μετά τον θάνατο της μητέρα του το 1999 και περνούσε ώρες ατέλειωτες στο site Cannibal Cafe. Εκεί ανακάλυψε έναν κόσμο όπου μπορούσε να μιλήσει για τις πιο αρρωστημένες σκέψεις του με άλλους «επίδοξους» κανίβαλους (τους αποκαλουμενους «chefs») αλλά και άτομα που φαντασιώνονταν να φαγωθούν (και έχουν το παρατσούκλι “long pigs” ή “piggies”).

Στις αρχές του 2001, ο Μάιβες δημοσίευσε στο site μια αγγελία με την οποία αναζητούσε ένα «αγόρι πρόθυμο να σφαγιαστεί». «Είσαι μεταξύ 18 και 25 ετών; Έχεις κανονικό σώμα και είσαι υγιής; Θέλεις να βάλεις τέλος στη ζωή σου; Θα σε σφάξω και έπειτα θα χρησιμοποιήσω το κορμί σου. Θα το μετατρέψω σε πεντανόστιμα σνίτσελ και μπριζόλες».

Αντίθετα απ’ ό,τι θα νόμιζε κανείς, ο Μπράντες δεν ήταν το μόνο άτομο που απάντησε στην αγγελία. Ακόμη ένας άνδρας ταξίδεψε στο σπίτι των 30 δωματίων, μπήκε στην κρεβατοκάμαρα που ο Μάιβες είχε μετατρέψει σε «ηχομονωμένο σφαγείο», και ξάπλωσε με τη θέλησή του πάνω σε ένα τραπέζι. Εκεί ο Μάιβες ζωγράφισε με ένα στιλό στο σώμα του τα κομμάτια που ήθελε να κόψει και να φάει. Εκείνος όμως ο άνδρας δεν έδωσε τη συγκατάθεσή του στον διεστραμμένο κανίβαλο να τον σκοτώσει, κι αυτή η λεπτομέρεια έκανε όλη τη διαφορά…

Η λαχτάρα για τον θάνατο και τον ακρωτηριασμό

Παρόλο που είχε μια σχέση και μια αρκετά καλή δουλειά ως μηχανικός, ο ο 43χρονος Μπράντες ήταν ένας βαθιά διαταραγμένος άνδρας. Από τα εφηβικά του χρόνια ένιωθε ενοχές για τον θάνατο της μητέρας του, που αυτοκτόνησε πέφτοντας με το αμάξι της πάνω σε ένα δέντρο.

Ο ίδιος αισθανόταν τη λαχτάρα να πεθάνει και φαντασιωνόταν να του κόψει κάποιος το πέος με τα δόντια του. Είχε επιχειρήσει μάλιστα να πληρώσει κάποιον για να το κάνει, αλλά φυσικά το αλλόκοτο αίτημά του δεν έγινε δεκτό.

«Ήθελε να νιώσει όσο το δυνατόν περισσότερα. Ακραίος μαζοχισμός. Ήθελε κάποιον να τον εξευτελίσει, να τον καταστρέψει. Την ίδια στιγμή αποζητούσε και τον θάνατο, άρα πίσω από όλα αυτά κρύβεται μεγάλη θλίψη», λέει ο Χόφμαν.

Ο Μπράντες απάντησε στη διεστραμμένη αγγελία λέγοντας στον Μάιβες ότι είναι «το γεύμα του» και πως «του προσφέρει την ευκαιρία να τον φάει ζωντανό».

Οι δυο τους αντάλλασσαν μηνύματα για εβδομάδες. Στην τελευταία συνομιλία τους, τη βραδιά προτού συναντηθούν, ο Μπράντες έγραψε: «Θα σου φέρω τον εαυτό μου για πρωινό».

«Να είσαι σίγουρος πως η όρεξή μου θα είναι μεγάλη» ήταν η απάντηση του κανίβαλου.

Στις 9 Μαρτίου του 2001, ο Μπράντες αγόρασε ένα απλό εισιτήριο για τον σταθμό Γούστεφελντ όπου πήγε να τον πάρει ο Μάιβες. Στη συνέχεια έδωσε τη συγκατάθεσή του να καταγραφεί σμε βιντεοκάμερα ο θάνατός του.

Αφού το ζευγάρι έκανε σεξ στο δωμάτιο-σφαγείο, ο Μπράντες πήρε υπνωτικά και ζήτησε από τον Μάιβες να κόψει το μόριό του και να το μαγειρέψει, ώστε να το φάνε μαζί. Το σχέδιο αυτό απέτυχε, αφού η σάρκα του διαταραγμένου άνδρα κάηκε κατά λάθος και δεν μπορούσαν να τη φάνε. Για τις επόμενες ώρες, ο Μπράντες θα αιμορραγούσε μέσα σε ένα ζεστό μπάνιο που του είχε ετοιμάσει ο Μαιβες, ο οποίος περίμενε τον θάνατό του σε ένα διπλανό δωμάτιο, διαβάζοντας μια ιστορία Star Trek. Τελικά, ο Μάιβες μετέφερε το θύμα του – που στο μεταξύ είχε χάσει τις αισθήσεις του – στο σφαγείο, όπου τον μαχαίρωσε στον λαιμό. Στη συνέχεια, κρέμασε το πτώμα από το ταβάνι, προκειμένου να αφαιρέσει τα όργανα, να διαμελίσει και να αποκεφαλίσει τον Μπράντες, όπως φαντασιωνόταν να κάνει επί τόσα χρόνια.

Η σύλληψη και η σκοτεινή «κληρονομιά» του Μάιβες

Για τους επόμενους 18 μήνες, ο Μάιβες κατανάλωνε τη σάρκα του θύματός του που είχε χωρίσει σε μικρές μερίδες και είχε αποθηκεύσει στην κατάψυξη.

Όμως, όπως συμβαίνει συχνά μετά την ικανοποίηση μιας εγκληματικής φαντασίωσης, σύντομα ο δράστης θα ένιωθε την ανάγκη να αναζητήσει το επόμενο θύμα του. Ο Μάιβες επέστρεψε στο αγαπημένο του φόρουμ, αυτή τη φορά διαφημίζοντας τον εαυτό του ως «έμπειρο κανίβαλο».

Μια καταγγελία στην αστυνομία για αυτούς τους ισχυρισμούς οδήγησε στην έρευνα των Αρχών που γρήγορα ανακάλυψαν τη φρικτή αλήθεια. Κατά την έφοδο στο σπίτι του τον Δεκέμβρη του 2002, οι αστυνομικοί βρήκαν 30 σακουλάκια με κρέας, τα οστά και το κρανό του Μπράντες θαμμένα στον κήπο και την ενοχοποιητική βιντεοταινία με τον φρικτό διαμελισμό. Μέσα στο διάστημα που είχε περάσει, ο Μάιβες είχε καταναλώσει τα δύο τρίτα του σώματος του θύματός του.

Μπορεί ο Μάιβες να βρίσκεται πλέον με ισόβια στη φυλακή και το σπίτι της φρίκης να έχει γίνει στάχτη (αφού έπιασε φωτιά πριν από λίγο καιρό) όμως η αρρωστημένη κληρονομιά του είναι ακόμη ζωντανή. Σύμφωνα με τον Μαρκ Τ. Χόφμαν, το Cannibal Cafe να έκλεισε το 2002, όμως τα επόμενα χρόνια ξεπήδησαν πολλά παρόμοια φόρουμ, στα οποία ο «Κανίβαλος του Ρότενμπουργκ» θεωρείται «θρύλος».

Σύμφωνα με τον ίδιο, χιλιάδες μέλη αυτών των σκοτεινών κοινοτήτων, στη μεγάλη πλειοψηφία τους «piggies», αποζητούν κάποιον που μπορεί να ικανοποιήσει τον ακραίο μαζοχισμό τους σε επίπεδο φαντασίωσης. Ωστόσο, το 99% αυτών των ανθρώπων δεν θα έφταναν ποτέ στο σημείο να επιδιώξουν να πραγματοποιήσουν αυτή τη φαντασίωση, εκτιμά ο ειδικός.

Με πληροφορίες από Sun, Unilad

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook