Στις 5 Ιουλίου ο Ελληνικός Λαός καλείται στις κάλπες, προκειμένου να αποφασίσει για το παρόν και το μέλλον όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά τολμώ να υποστηρίξω και της Ευρώπης, καθόσον η διαδικασία αυτή συνεπάγεται έννομες καταστάσεις και πολιτικά συμπεράσματα.

Η διαδικασία του Δημοψηφίσματος σε ζητήματα αμιγώς ευρωπαϊκά, αλλά με παρενέργειες ως προς την εσωτερική πολιτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση, δεν είναι πρωτόγνωρη. Ιδιαίτερη, άλλωστε, σημασία είχαν διαδραματίσει τα δημοψηφίσματα των Γάλλων πολιτών και Ολλανδών πολιτών το Μάιο του 2005, αναφορικώς με τη Συνθήκη για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.

ο παραπολιτικός πολιτικός λόγος

Η απόρριψη της Συνταγματικής Συνθήκης το 2005 μέσω δημοκρατικών διαδικασιών, που αφορούσε πρόνοιες εσωτερικών διαδικασιών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έθεσε σε αμφισβήτηση την παραμονή των κρατών αυτών στην Ευρωζώνη ή ακόμη και στην Ευρωπαϊκή Ένωσή!…

Συνεπώς, η επιτηδευμένη αλλά και παραπολιτική διαδικασία να εμφανισθεί ότι δήθεν το Δημοψήφισμα υπέρ του «ΟΧΙ» ενέχει τη σκοπιμότητα εξόδου της Ελλάδας από το ευρωσύστημα, ακόμη και από την Ευρωπαϊκή Ένωση,  καταδεικνύει ποιότητα ασύμμετρου πολιτικού λόγου,  που πέραν των άκρως υποκειμενικών σκοπιμοτήτων, εξ αντικειμένου είναι και κατώτερη των περιστάσεων.

Με τούτα τα δεδομένα θα πρέπει να επισημειωθούν στο παρόν περίγραμμα τα εξής:

Δημοψήφισμα και εσωτερική έννομη τάξη

Πέραν του ό,τι το Δημοψήφισμα αφορά εσωτερική υπόθεση της ελληνικής συνταγματικής τάξης (με Δημοψήφισμα άλλωστε έχει αποφασισθεί και η μορφή του πολιτεύματος της Ελληνικής Δημοκρατίας), αποτελεί και δικαίωμα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως με «ιδιότυπο τρόπο» καθορίζει η Συνθήκη της Λισαβόνας. Άλλωστε, η  ευρωπαϊκή  ενωσιακή έννομη τάξη επιδιώκει ώστε: «τα Θεσμικά Όργανα να διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με την κοινωνία των πολιτών» (1), ενώ δεδομένο  είναι ότι: «Η λειτουργία της Ένωσης θεμελιώνεται στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία». Επίσης: «κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στο δημοκρατικό βίο της Ένωσης. Οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά και εγγύτερα στους πολίτες». Περαιτέρω, σύμφωνα με τις πρόνοιες του ενωσιακού κεκτημένου: «τα πολιτικά κόμματα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συμβάλουν στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της βούλησης των πολιτών της Ένωσης» (2).

Οι προαναφερόμενες πρωτογενείς Συνθήκες που υπερισχύουν κάθε άλλης συνομολόγησης σύμβασης ή απόφασης, ανάγουν σε υπέρτατα έννομα αγαθά «την κοινωνία των πολιτών», «την ευρωπαϊκή πολιτική συνείδηση», «τη βούληση των πολιτών της Ένωσης», «την αντιπροσωπευτική δημοκρατία», «το δημοκρατικό βίο».

Υπ’ όψιν βεβαίως ότι από την ορθή ερμηνεία του άρθρου 10 ΣΕΕ, πέραν της εγκαθίδρυσης της Αρχής της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, με την παρ. 2 του αυτού άρθρου υιοθετείται η Ομοσπονδιακή Αρχή της διττής νομιμοποίησης, καθόσον τα μεν κράτη αντιπροσωπεύονται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, οι δε πολίτες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου η εκπροσώπηση αυτή είναι άμεση. Ταυτοχρόνως δε, από τη Συνθήκη της Λισαβόνας (3) αναγνωρίζεται ότι «τα Εθνικά Κοινοβούλια συμβάλουν ενεργά στην καλή λειτουργία της Ένωσης». Έτσι όμως τα Εθνικά Κοινοβούλια προσδίδουν με τις λειτουργίες τους ιδιαίτερο κύρος στο όλο εγχείρημα.

Ειδικότερα, και αυτό στις ημέρες μας παραγνωρίζεται, πρέπει να τονισθεί ότι παρά την εισαγωγή Ομοσπονδιακών στοιχείων στην Ένωση (που αφορούν το ενιαίο νόμισμα και την απονομή συμπληρωματικής ιθαγένειας στους πολίτες της Ένωσης), εν τούτοις πρωτογενώς υφίσταται σαφής επιφύλαξη υπέρ της εσωτερικής πολιτικής και συνταγματικής τάξης (4). Και τούτο γιατί: «η Ένωση σέβεται την ισότητα των Κρατών-μελών, ενώπιον των Συνθηκών καθώς και την εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με τη θεμελιώδη πολιτική και συνταγματική τους δομή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση».

Ως εκ τούτου, η επιλογή του Ελληνικού Κοινοβουλίου για τη διεξαγωγή Δημοψηφίσματος στις 5 Ιουλίου, αφορά κυριαρχικό δικαίωμα αυξημένου  νομικοπολιτικού κύρους, το οποίο για να μην παρανομούν ως προς τις πρωτογενείς Συνθήκες, οφείλουν να σεβαστούν τα Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

η νέας τάξης Respublica

Οι προαναφερόμενες ρυθμίσεις που αφορούν το κεκτημένο της ενωσιακής νομικής και πολιτικής τάξης, κατατείνουν περισσότερο στη μορφή «Συμπολιτείας» και όχι «Ομοσπονδιακού Κράτους». Αυτή όμως η Συμπολιτεία επιδιώκει να μετασχηματιστεί σε Ένωση. Έτσι συγκροτείται μιας νέας τάξης Respublica που απαιτεί «άλλες» χωρητικότητες, «άλλες» λειτουργικότητες και «άλλους» τρόπους λήψης αποφάσεων από τον καθιερωμένο τρόπο μιας χαλαρής Συνομοσπονδίας ή άλλως ενός Ομοσπονδιακού Κράτους.

Ωστόσο, η καθιέρωση του υπαρκτού δόγματος που αφορά στην επικυριαρχία της γραφειοκρατίας των Βρυξελών και της Φραγκφούρτης, σε συνδυασμό με την επιβολή της κυριαρχίας της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού, δημιουργούν ζητήματα ευρωσκεπτικισμού.

Έτσι, με ιδιαίτερη περίσκεψη αντιμετωπίζεται το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης, με αναφορά στο ενιαίο νόμισμα, καθόσον, όπως αποδεικνύεται από τα πράγματα, κατά το μάλλον και μάλλον η εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος εξυπηρετεί τις αμετάκλητες νομισματικές ισοτιμίες χάριν των εξαγωγικών χωρών (βλ. Γερμανία), και πολύ ολιγότερο δικαιώνει την αποστολή του ως του γενικού ισοδύναμου για την ανταλλαγή προϊόντων. Υπάρχει δηλαδή ιδιαίτερος προβληματισμός,  πέριξ του ενιαίου νομίσματος.

Με άλλα λόγια το τρίπτυχο: «παροχή ρευστότητας-δημοσιονομική πειθαρχία-σταθερότητα», θα τεθεί στο επίκεντρο των περαιτέρω συζητήσεων και προβληματισμών, που εάν δεν επιλυθεί μέσω της ελληνικής κρίσης χρέους, δεν αποκλείεται να αποτελέσει σοβαρό ζήτημα αναταράξεων του όλου εγχειρήματος του ευρωσυστήματος.

Για να επιλυθεί όμως το ζήτημα αυτό, θα πρέπει να απαντηθεί με τρόπο πειστικό αλλά και αποτελεσματικό, εάν οι επιλογές του νεοφιλελευθερισμού και της μεταδημοκρατίας, που υποτάσσουν την πολιτική στην οικονομία, αφορούν πρόσφορες επιλογές για την επίλυση εξαιρετικώς σοβαρών έννομων αγαθών που επιβάλει με το σκληρό πυρήνα της η ευρωπαϊκή ενωσιακή έννομη αλλά και πολιτική τάξη.

Η ευρωπαϊκή ενωσιακή έννομη και πολιτική τάξη έχει αναγνωρίσει ως βασικές αρχές και αξίες: «την ευημερία των Λαών», «την ασφάλεια και δικαιοσύνη χωρίς εσωτερικά σύνορα», «τα δικαιώματα, τις ελευθερίες, και τις αρχές που περιέρχονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» καθώς και «την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών».

Οι προαναφερόμενες αρχές και αξίες λόγω της πεντάχρονης μνημονιακής πολιτικής στην Ελλάδα, έχουν τεθεί εκποδών λόγω των δανειακών συμβάσεων  και της νοοτροπίας των δανειστών, και αυτό παρά το ό,τι αφορούν κανόνες και πολιτικές υπερκείμενων διατάξεων και δεσμεύσεων.

Το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, μεταξύ των άλλων, επιδιώκει μέσα από την δημοκρατική αρχή και τη λαϊκή κυριαρχία, να επαναφέρει στο προσκήνιο αλλά και στην πράξη τις προαναφερόμενες αρχές και αξίες της Ένωσης.

Συνεπώς, το όλο εγχείρημα πέραν των πολιτικών αποτελεσμάτων που αυτό συνεπάγεται, αυτοδικαίως και στη βάση του ως διαδικασία, έχει το ηθικό πλεονέκτημα!

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Βλ. άρθρο 11 παρ. 1 και 2 ΣΕΕ
Βλ. άρθρο 10 παρ. 1, 3 και 4 ΣΕΕ
Βλ. άρθρα 12 ΣΕΕ, 69 και 70 ΣΛΕΕ, 81 παρ. 3 ΣΛΕΕ, 85 ΣΛΕΕ, 88 παρ. 2 ΣΛΕΕ και 352 ΣΛΕΕ
Βλ. παρ. 2 του άρθρου 4 ΣΕΕ

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook