Εδώ τα σύνορα έχουν μεταμορφωθεί σε σιδερένιες πόρτες και τοίχους». Ακόμη και τώρα, αντικρίζοντας τους λευκούς τοίχους του νοσοκομείου βλέπει το σκουριασμένο άστρο να σημαδεύει το σύνορο ενός μαύρου -ίσως και κόκκινου- παρελθόντος, εκεί όπου απλώνεται η μυρωδιά από το αίμα, το ιωδοφόρμιο, την αμμωνία, το μπαρούτι που καίγεται. Ενας δηλητηριώδης αχνός τυλίγει τα ντουβάρια του νοσοκομείου και των φυλακών και γίνεται το ομιχλώδες όραμα που επανέρχεται στο μυαλό του εδώ και κάποιον καιρό – κάτι σαν την ταινία «Fight Club» χωρίς τα στυλιστικά κατάλοιπα.
Και όντως, η ζωή του Νίκου Ρωμανού, όπως καταγράφεται μέχρι τώρα στα 21 του χρόνια και τις 28 ημέρες που παραμένει ζωντανός από την απεργία πείνας, μοιάζει μόνο με μυθιστόρημα. Ισως έχει να κάνει με τα πρώτα ανίερα σκιρτήματα που ένιωσε όταν κατάλαβε ότι περισσότερα κοινά έχει με τους ήρωες του Ντοστογιέφσκι παρά με τους συνομηλίκους του, αλλά και με τον διαχωρισμό από τους ανθρώπους του καθημερινού «συμβιβασμού και της ήττας», όπως τους αποκαλούσε. Ισως τελικά κατά βάθος να αφορά τον τρόπο με τον οποίο γαλουχήθηκε – αφού έμαθε να λατρεύει το απόλυτο, να ερωτεύεται και να μισεί μέχρι τέλους, να μη δέχεται το μέτρο. Ενα παιδί που δεν έχει δει ποτέ μέχρι την εφηβεία του τηλεόραση, αλλά που ξέρει από μικρό τι σημαίνει φυλάκιση και εγκλεισμός όταν το έζησε στο πετσί του με τον αγαπημένο του παππού.
Ενα παιδί που δεν είδε το αίμα να κυλάει σε ψεύτικα σίριαλ, αλλά πάνω στα αχνισμένα δάπεδα της Τζαβέλα, όταν ο κολλητός του Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος σπαρταρούσε πεθαίνοντας στην αγκαλιά του. Ενα παιδί που ήξερε τι σημαίνει να βλέπει τη μητέρα του να κλαίει πίσω από τα κατεβασμένα παράθυρα. Ενα παιδί που για την κοινωνία ήταν ο παράξενος εγγονός του «δολοφόνου» – αυτό το παιδί δεν μπορεί παρά να θελήσει να γράψει κάποια στιγμή τη δική του ιστορία και να το κάνει στρέφοντας τα όπλα ενάντια στην κοινωνία που θεωρεί ότι τον αδίκησε.
Μέσα στον φαύλο κύκλο της βίας που φέρνει κατά πολύ στο μυαλό την κατάρα των Λαβδακιδών -όπου δυστυχισμένα τέκνα επιφανών οικογενειών διψούν για εκδίκηση και δεν γλιτώνουν από τη λογική της αυτοκαταστροφής-, ο Νίκος Ρωμανός είναι το αποτέλεσμα του ίδιου κύκλου που τον έκλεισε ερμητικά μέσα του και δεν του επιτρέπει να φύγει παρά μόνο θέτοντας το δίλημμα «ζωντανός ή νεκρός». Η μητέρα του Παυλίνα Νάσιουτζικ, αναγνωρίζοντας από πολύ νωρίς τη μοίρα της οικογένειας, έλεγε πως ακολουθούμε τη μοίρα «μιας ηροδότειας ιστορίας μονότονης που διακόπτεται πότε-πότε από το ρίγος του θανάτου». Και η αλήθεια είναι ότι η μεταφορική δεινότητα -η ικανότητα να βάζει κανείς τα παράφορα αισθήματα σε λέξεις- δεν έλειψε ποτέ από κανένα μέλος της οικογένειας Νάσιουτζικ-Ρωμανού.
Το παιδί-θαύμα και το στίγμα μιας δολοφονίας
«Ωρες ώρες αναρωτιέμαι πότε ήμασταν πιο αληθινοί, όταν μέσα στον βυζαντινό, κλειστό κύκλο μας αγνοούσαμε την πραγματικότητα ζώντας σε σκονισμένες βιβλιοθήκες, παλιά βιβλία, μαγεμένοι από λαμπρούς ομιλητές, γητευτές του λόγου και της πραγματικότητας μεγάλου διαμετρήματος, πιστεύοντας ότι ζούσαμε με γενναιοδωρία, καλοσύνη, ευσέβεια και αυταπάρνηση, ή τώρα που έχουμε βυθιστεί στο βυθό της θάλασσας και βγήκαμε λασπωμένοι, χυδαίοι και μικροί;» γράφει η Παυλίνα Νάσιουτζικ στο βιβλίο της «Τόση λίγη αλήθεια» – και το εννοεί. Επιβεβαιώνει άλλωστε με τραγικό τρόπο την άνιση μάχη των λέξεων με την πραγματικότητα. Λέξεις που δεν φτάνουν για να περιγράψουν αυτό που συμβαίνει εκεί έξω, γραπτά ατελείωτα που αλλάζουν χέρια, επιστολές που έχει μάθει να ανταλλάσσει η οικογένεια για χρόνια – ειδικά με τον παππού που βρίσκεται στη φυλακή. Από την ίδια ακριβώς θέση με τον παππού του φυλακισμένος στα έγκατα του Κορυδαλλού ο εγγονός του Αθανάσιου Νάσιουτζικ προσπαθεί να βρει δικαίωση στο καφκικό του δράμα γράφοντας και εκείνος γράμματα στους έξω. «Το ρολόι που κρύβω στο σώμα μου έχει παγώσει κι αυτό», γράφει ο Ρωμανός πριν από έναν ακριβώς χρόνο σε συντροφική επιστολή. «Κι ας γνωρίζω ότι ο χρόνος της ζωής μου κυλάει αντίστροφα προβληματίζομαι, οι μαθηματικοί υπολογισμοί της φυλακής για την παραμονή μου εδώ μου φέρνουν αηδία. 3/5 υφ’ όρων απόλυση, 1/3 της ποινής σκαστό για άδεια, έχεις να βγάλεις τόση φυλακή με τόσα μεροκάματα, τόση χωρίς αυτά. Ας γυρίσουμε όμως πίσω σε εκείνο το εσωτερικό ρολόι. Οσο ήμουν στην παρανομία, το εσωτερικό μου ρολόι είχε πάει στον ωρολογοποιό, ο οποίος το έστειλε στην ψυχιατρική κλινική. Οταν τον ρώτησα γιατί, μου είπε πως εκεί πηγαίνουν όλα τα ρολόγια που κατοικούν στα σώματα εκείνων που πολεμούν στη μοίρα του αιώνιου σκλάβου. Επίσημη διάγνωση ήταν ότι κουρδίστηκε από ανώμαλα χέρια».
Πώς η αθωότητα έγινε μανία για εκδίκηση
Πνευματικός του μέντορας είναι ο Αλφρέντο Μπονάνο, εμβληματική μορφή του αναρχικού χώρου και θεωρητικός του λεγόμενου «εξεγερσιακού αναρχισμού», ηγετικό στέλεχος της Autonomia Operaia. Το βιβλίο του «Armed Joy» θα γίνει το προσωπικό ευαγγέλιο του έφηβου Ρωμανού, όπως και η «Θεωρία και πρακτική της εξέγερσης». Μέσα στα διδάγματα και τα μπαρουτοκαπνισμένα συνθήματα του Μπονάνο αντηχούν το παθιασμένο κλέος του Ερρίκο Μαλατέστα και η αποφασιστικότητα των οπαδών του να περάσουν από τη θεωρία στην αιματηρή πράξη: άλλωστε ο ίδιος ο Μπονάνο, ο οποίος υπήρξε προσωπικός φίλος του Αλμπέρτο Φραντσεσκίνι και του Ρενάτο Κούρτσιο, δηλαδή των ιδρυτών των «Ερυθρών Ταξιαρχιών», συνελήφθη σε ληστεία στα Τρίκαλα. Είναι από αυτούς που προσφέρουν στον Ρωμανό, αλλά και στους συντρόφους και τους καλούς του φίλους, Ανδρέα Μπουρζούκο, Γιάννη Μιχαηλίδη και Δημήτρη Πολίτη, τα θεωρητικά κείμενα τα οποία διαβάζουν με μανία -άλλωστε, όλοι είναι αριστούχοι μαθητές, τέκνα των βορείων προαστίων-, αλλά και την ανάγκη προσφυγής στα όπλα.
Ο δρόμος χωρίς επιστροφή
Ωστόσο ένα παιδί που έχει μάθει από μικρός τι σημαίνει «κρύβομαι από το σύστημα που με κυνηγά», δηλαδή από τότε που ο παππούς του αναγκαζόταν να ανταλλάσσει συνθηματικούς κώδικες και κρυφά μηνύματα για να συναντηθεί με τη μητέρα του, ξέρει να χρησιμοποιεί τα αντίστοιχα συνθηματικά τερτίπια για να ξεφύγει. Για περίπου τρία χρόνια καταφέρνει και περνάει απαρατήρητος από την άγρυπνη μύτη των αστυνομικών, ώσπου αποφασίζει να μετατρέψει την πολιτική του επαναστατικότητα σε ποινική πράξη. Την Παρασκευή 1η Φεβρουαρίου 2013 ο Ρωμανός συλλαμβάνεται μαζί με τρία άτομα για απόπειρα ένοπλης ληστείας στην Αγροτική Τράπεζα και στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στο Βελβεντό Κοζάνης. Για όσους δεν γνωρίζουν τα γεγονότα από μέσα, αυτά είναι αρκούντως κωμικοτραγικά: μάταια προσπάθησε ο άπειρος αναρχικός που οδηγούσε ένα μεταμφιεσμένο σε ασθενοφόρο βαν να διαφύγει με τους ληστές. Εκανε το τραγικό λάθος να περάσει τρεις φορές από όχημα της Αστυνομίας που κατάλαβε ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει με το «νοσοκομειακό». Σε λίγο οι αστυνομικές δυνάμεις είχαν ενεργοποιηθεί και ύστερα από καταδίωξη κατάφεραν να το περικυκλώσουν. Ηταν τέτοια η άγνοια των άπειρων νεαρών που δεν είχαν φροντίσει να μελετήσουν καλά την περιοχή προκειμένου να μπορέσουν να διαφύγουν, με αποτέλεσμα να φτάσουν στα τέσσερα αδιέξοδα στους χωματόδρομους των ορυχείων και να συλληφθούν. Είναι ακριβώς σε αυτές τις στιγμές που η (κωμικοτραγική) πραγματικότητα ξεφεύγει από τις χολιγουντιανές ταινίες με τα γνωστά οδυνηρά αποτελέσματα.
Τα εισαγγελικά ελαφρυντικά
Ο ίδιος ο Ρωμανός επιμένει σε άλλη μια ιδεολογικοπολιτική επιστολή του ότι ασπάζεται μεν τον ένοπλο αγώνα και δεν μετανιώνει για τις πράξεις του, αλλά και ότι δεν έχει καμία σχέση με τους «Πυρήνες της Φωτιάς» εκτός από ιδεολογικές εμμονές. Ο τότε εισαγγελέας Γρηγόρης Πεπόνης προτείνει να πέσει στα μαλακά και τελικά ο Ρωμανός δεν δικάζεται ως τρομοκράτης, αλλά ως ποινικός κρατούμενος, με την ανώτατη όμως ποινή που προβλέπεται για ανάλογα αδικήματα. Η εισαγγελική εισήγηση για αναγνώριση ελαφρυντικών -λόγω του ότι «ο κατηγορούμενος δεν πυροβόλησε τους αστυνομικούς που τον καταδίωξαν, ούτε χρησιμοποίησε τον όμηρο ως ασπίδα για να διαφύγει», όπως επεσήμανε ο κ. Πεπόνης- δεν γίνεται δεκτή κυρίως εξαιτίας της επιμονής του ενόχου να μη μετανιώνει για τις απηνείς του πράξεις. Το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας και των δραματικών εμπειριών του δεν γίνεται δεκτό και ο Νίκος Ρωμανός καταδικάζεται σε 15ετή κάθειρξη, την οποία εκτίει διαβάζοντας σαν τρελός – και περνώντας μετά από εξετάσεις σε σχολή των ΤΕΙ.
«Περπάτημα στο προαύλιο, σαράντα βήματα πάνω-κάτω, τριάντα πέντε βήματα δεξιά-αριστερά. Μετά τοίχος. Πάνω-κάτω, πάνω-κάτω, δεξιά-αριστερά, δεξιά-αριστερά. Με τον καιρό αρχίζεις να αποστηθίζεις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από τα πέτρινα σύνορα που σε εμποδίζουν να κάνεις το τεσσαρακοστό σου βήμα, το πού βρίσκονται τα ορνιθοσκαλίσματα, πού είναι το κάθε εξόγκωμα. Σκέφτομαι ότι είναι λογικό αφού κάθε μέρα τα συναντάω αμέτρητες φορές μπροστά μου». Αντίστοιχες επιστολές, όπως εκείνες που έστελνε ο παππούς του στη μητέρα του και με αυτές που στέλνει ο ίδιος στους συντρόφους του μέσα από τη φυλακή, αποστέλλει και στην αγαπημένη του, τον φύλακα άγγελό του, η οποία, παρότι μικρή στην ηλικία, είναι και αυτή ένα παιδί που μεγάλωσε νωρίς. Παρότι τη γνώριζε από τον καιρό του σχολείου και είχε αναλάβει να είναι ο προστάτης της, στην πορεία δεν μπορούσε παρά να παρασύρεται από τον αμετανόητο ρομαντισμό της.
Μαζί έβρισκαν έναν άγριο λυρισμό στα χαράγματα της ελευθερίας και ο τρόπος που βίωσαν τις βίαιες μέρες των κυνηγητών -πολύ μικροί, είναι αλήθεια, για να παίζουν σε ταινία απαγορευμένη σε ανήλικους- δεν μπορούσε να αντισταθμίσει την παράδοξη εμμονή τους σε οτιδήποτε είχε να κάνει με τις τέχνες: λάτρευαν και οι δύο την κλασική μουσική και ίσως σε ένα ιδανικό ελεύθερο περιβάλλον εκείνος να μπορούσε να παίζει στο πιάνο κομμάτια που αυτή θα χόρευε με όλη τη ρομαντική αρματωσιά. Μια παράξενη «Λίμνη των Κύκνων», με τον γνωστό ήρωα να μεταμορφώνεται από κατάλευκος ονειρικός πρίγκιπας σε σκοτεινό ήρωα – ιδού οι δύο όψεις των πραγμάτων που αμφότεροι είχαν δοκιμάσει νωρίς. Αλλωστε και τα γλυκά που έφαγαν την ημέρα του γάμου τους -8 Αυγούστου στον Αυλώνα-, κόντρα στον καύσωνα και την αγριότητα των ημερών, δεν είχαν την πικρή γεύση που έχει το στόμα όταν στερείται το φαγητό – αυτή τη φορά λόγω της απεργίας πείνας.
Οπως άλλωστε έχει πει και ο ίδιος, «η απεργία πείνας είναι ακριβώς αυτή η περίπτωση όπου το ανθρωπιστικό προσωπείο της δημοκρατίας χρησιμοποιείται ώστε να επιτευχθούν οι απαιτήσεις του αγωνιστή». Στην περίπτωσή του, το προσωπείο του φιλήσυχου γαμπρού δεν είναι τα δικά του διαπιστευτήρια προς τον έξω κόσμο, αλλά απλώς ο όρκος αιώνιας αγάπης, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς την αγαπημένη του.
Ο ρόλος των γονιών
Στιγμιότυπο από τη συνέντευξη Τύπου που έδωσαν γιατροί και γονείς των απεργών πείνας στο θέατρο «Εμπρός»
Τότε που δεν μπορούσε να φανταστεί, όπως και ο γιος του, ότι ο μοιραίος έρωτας θα μπορούσε να κρύβει τόσο πόνο. Ο όμορφος Γιώργος, με το περήφανο παρουσιαστικό και τα καταγάλανα μάτια, είχε γοητεύσει τη 18χρονη τότε Παυλίνα, αλλά είχε και ο ίδιος γοητευτεί από τη μανία της να χώνεται με τις ώρες στις βιβλιοθήκες και στον ελεύθερο χρόνο της να διαβάζει γοτθικά μυθιστορήματα. Στη συνέχεια της συμπαραστάθηκε κατανοώντας απόλυτα τα ξεσπάσματά της, την κατάθλιψη και τις κυκλοθυμίες της – πάντα ευγενής και πάντα ένας πατέρας που δεν μπορούσε να χαλάσει χατίρι ούτε σε εκείνην, ούτε στον μονάκριβο γιο του. Ισως μάλιστα να μην του ταίριαξε ποτέ ο ρόλος του αυστηρού πατέρα, ακριβώς επειδή δεν ήταν από εκείνους που ήξεραν τι σημαίνει «υψώνω τη φωνή». Για όλους όσοι τον γνωρίζουν καλά καταλαβαίνουν ότι για να φτάσει ο 60χρονος Γιώργος Ρωμανός να πάρει το μικρόφωνο σε συνέντευξη Τύπου θα πρέπει να έχει εξαντλήσει όλα τα περιθώρια επαναστατικότητας. Ισως πάλι να πρόκειται για μια ύστατη πράξη απελπισίας.
To πολιτικό άθυρμα
Οπως και να έχει -τρομοκράτης, επικίνδυνος, ρομαντικός, εκδικητικός, απειλητικός ή ονειροπόλος-, ο Νίκος Ρωμανός είναι ένας νέος που μεγάλωσε νωρίς και ένα τραγικό θύμα -μαζί και θύτης- ενός σεναρίου που επιβεβαιώνει τη ρήση του αγαπημένου του Ντοστογιέφσκι «υπάρχει μόνο μία αληθινή αξία στον κόσμο, η συμπόνια. Η δικαιοσύνη έρχεται δεύτερη». Και σίγουρα είναι πολύ δύσκολο να τη βρεις στους φορείς της εξουσίας ή στα όπλα με τα οποία προσπαθεί να αντιπαρατεθεί ή να συμπαραταχθεί ο Νίκος Ρωμανός.