«Μπαίνοντας στα χαλάσματα βλέπω ένα κοριτσάκι που τα ποδαράκια του ήταν προς το μέρος μου. Ενστικτωδώς, βγάζω τα γάντια μου και πιάνω τα ποδαράκια της, όπως κάνω με τον γιο μου όταν τον βλέπω χωρίς κάλτσες». Με αυτά τα λόγια, ο διασώστης της ΕΜΑΚ, Κώστας Αθανασόπουλος περιγράφει τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε στην ισοπεδωμένη Αντιόχεια. Είναι ο άνθρωπος που η εικόνα του να ξεσπά σε κλάματα λίγη ώρα μετά την διάσωση ενός 6χρονου κοριτσιού από τα χαλάσματα του σπιτιού της έκανε τον γύρο του κόσμου.

Έχοντας φτάσει τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου στην επαρχία Χατάι μετά τον σεισμό στην Τουρκία και με το πρώτο φως του ήλιου η ομάδα της ΕΜΑΚ ξεκινά να επιχειρεί εκεί όπου τους έχουν υποδείξει ότι υπάρχουν ίχνη ζωής. Ο κ. Αθανασόπουλος, βοηθά αρχικά στον απεγκλωβισμό ενός 50χρονου, όταν καλείται από τον επικεφαλής του, επιπυραγό, Δημήτρη Ρούπα, να συμβάλει στον απεγκλωβισμό ενός 6χρονου κοριτσιού.

Το πρώτο πράγμα που κάνει με το που μπαίνει στα χαλάσματα και εντοπίζει το εξάχρονο κοριτσάκι είναι να του πιάσει τα πόδια και να τα αγκαλιάσει. «Βγάζω τα γάντια μου και πιάνω τα ποδαράκια της, όπως κάνω και με τον γιο μου όταν τον βλέπω πάντα χωρίς κάλτσες για να δω αν είναι κρύα με σκοπό να τον φροντίσω να μην μου αρρωστήσει. Τα πόδια της ήταν πάρα πολύ παγωμένα. Της τα πιάνω, της τα κάνω αγκαλιά έτσι να την ζεστάνω και βλέπω ότι αρχίζει να χαλαρώνει και πάει να κοιμηθεί. Φωνάζω τους γιατρούς του ΕΚΑΒ που ήταν μαζί μας. Του λέω γιατρέ πάει να μου κοιμηθεί. Μου λέει μην την αφήσεις να κοιμηθεί, κράτα την ξύπνια», περιγράφει ο κ. Αθανασόπουλος στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Το εξάχρονο κορίτσι ήταν μαζί με τη μητέρα της και τα δύο αδέρφια της, πλακωμένοι όλοι από τα δοκάρια του δωματίου που βρίσκονταν. Ο κ. Αθανασόπουλος μαζί με την υπόλοιπη ομάδα προσπαθούν να απεγκλωβίσουν την 6χρονη, ανασύροντας πρώτα χωρίς τις αισθήσεις της την 7χρονη αδερφή της που με το άψυχο σώμα της «πλάκωνε» την επιζώσα.

«Βγάλαμε το αδερφάκι της που είχε πιαστεί το χέρι της από κάτω, και ήταν χωρίς τις αισθήσεις της. Κάναμε κάποιες ενέργειες και ό,τι κάναμε τραβάγαμε την εξάχρονη να δούμε αν μπορεί να απεγκλωβιστεί και με το που φώναζε την αφήναμε. Μετά κόβω το χαλί γιατί το πάτωμα με το ταβάνι είχαν γίνει ένα και μετά αρχίζω να βγάζω πλακάκια ώστε να βρω κενό από κάτω. Εκεί ήμασταν μαζί με τον κ. Κατσινέλο. Στο αδερφάκι της ακούμπαγε το μάγουλό της. Ήταν ξαπλωμένη στο άψυχο κορμί της αδερφής της», αφηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Για πάνω από 4 ώρες οι διασώστες της ΕΜΑΚ επιχειρούσαν στα χαλάσματα για να απεγκλωβίσουν το μικρό κορίτσι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησής τους μιλούσαν μαζί της για να της δώσουν θάρρος ώστε να καταφέρουν να την βγάλουν από τα συντρίμμια του σπιτιού της, αλλά και για να καταλάβει ότι βρίσκονταν εκεί για να την βοηθήσουν. Ωστόσο αυτή δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της.

«Της έλεγα έλα αγάπη μου, προσπάθησε, θα πας έξω, η μαμά σου σε έσωσε. Μετά από λίγη ώρα μου απλώνει το χέρι της με βογγητά, πάω κοντά της να την τραβήξω και καταλαβαίνω ότι δεν ήθελε να αφήσει τη μαμά της και τα αδέρφια της. Εκεί λύγισα. Με έπιασαν τα κλάματα», λέει ο κ. Αθανασόπουλος.

Η ομάδα της ΕΜΑΚ απεγκλωβίζει το μικρό κορίτσι και εμφανώς συγκινημένοι αγκαλιάζονται που τα κατάφεραν. Είναι εκείνη η στιγμή που ο τηλεοπτικός φακός πιάνει τον κ. Αθανασόπουλο να έχει ξεσπάσει σε κλάματα και τους συναδέλφους του να τρέχουν να τον συγχαρούν και να τον αγκαλιάσουν. «Μου έλεγαν μπράβο Κώστα. Βγαίνουν τα παιδιά αγκαλιάζονται γιατί ήταν πολύ φορτισμένοι γιατί ήταν ανάμεσα στα σώματα και ήταν δύσκολο να βγάλουμε το χεράκι της. Και μετά έγινε αυτό που είδατε στις ειδήσεις. Ήταν δάκρυα χαράς, για το ότι την σώσαμε. Ήταν πολύ δύσκολο να βγει ανάμεσα από τα σώματα. Στη συνέχεια περίμενα τον συνάδελφο να την δέσει στο φορείο και να την πάρουμε να πάει στο γιατρό», σημειώνει.

emak-diasostes
Οι Έλληνες διασώστες της ΕΜΑΚ πανηγυρίζουν μετά τη διάσωση της 6χρονης

Οι ζωντανοί που απεγκλωβίσαμε ήταν αγκαλιασμένοι

Όπως εξηγεί ο κ. Αθανασόπουλος, τα περισσότερα άτομα που κατάφεραν να απεγκλωβίσουν ζωντανά ήταν αγκαλιασμένα με άλλα μέλη των οικογενειών τους. Όπως στην περίπτωση της 20χρονης Αϊρίν που ήταν μαζί με τη μαμά της και ένα 5μηνών βρέφος, σε έναν καναπέ και είχαν πιαστεί στο δοκάρι. «Οικογένειες αγκαλιασμένες και πλακωμένες από τα ερείπια των κτιρίων που είχαν καταρρεύσει. Αυτή η εικόνα μου έχει μείνει χαραγμένη», αναφέρει.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Τουρκία τα μέλη της ελληνικής αποστολής έζησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες, όπως το έντονο ψύχος, ωστόσο όπως αναφέρει ο κ. Αθανασόπουλος, το μυαλό τους ήταν στους σεισμοπαθείς που είχαν χάσει το σπίτι τους. Ο εδώ και σχεδόν 14 χρόνια διασώστης της ΕΜΑΚ όπου και αν έστρεφε το βλέμμα του αντίκριζε συντρίμμια κι ανάμεσα σε αυτά ανθρώπους, άλλοι με παντόφλες και άλλοι ξυπόλητοι, όλοι όμως με την ίδια απόγνωση ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους. Αναζητούσαν τρόπους να ζεσταθούν βάζοντας φωτιές στους κάδους, κι έψαχναν μία προσωρινή στέγη να κοιμηθούν. Την έβρισκαν, στα κατεστραμμένα αμάξια τους, με τα σπασμένα τζάμια, τοποθετώντας γύρω γύρω νάιλον για να περιορίσουν το δριμύ ψύχος που επικρατούσε.

«Έψαχναν τα παπούτσια τους στα συντρίμμια. Έρχονταν προς εμάς, μας φίλαγαν τα χέρια μας τράβαγαν και έλεγαν, «έλα να δεις το παιδί μου, βοήθεια». Ο κόσμος εκεί μας έδωσε πολλή αγάπη και μας ευχαριστούσε. Είχε καταλάβει ότι είχαμε πάει να τους βοηθήσουμε. Μας έδιναν από το φαΐ τους ό,τι μπορούσαν, μας έφερναν τα νερά τους. Αν και δεν είχαν να φάνε τα έδιναν σε εμάς», τονίζει

«Κατά την διάρκεια της επιχείρησης απεγκλωβισμού μας βοηθούσε ο αδερφός του εγκλωβισμένου»

Ο επιπυραγός, Παναγιώτης Γιαννόπουλος, από την διεύθυνση αντιμετώπισης Καταστροφών του αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος αποτέλεσε κι εκείνος μέλος της ελληνικής αποστολής που βρέθηκε από τα ξημερώματα της 7ης Φεβρουαρίου στην Αντιόχεια. Μία από τις εικόνες που του έχει μείνει χαραγμένη είναι όταν κατά τη διάρκεια της επιχείρησης απεγκλωβισμού ενός 15χρονου αγοριού, επιχείρηση που διήρκησε πάνω από δεκατέσσερις ώρες, τους βοηθούσε ένα νεαρό άτομο, το οποίο αποδείχθηκε ότι ήταν ο αδερφός του εγκλωβισμένου. Το απίστευτο ωστόσο στην όλη υπόθεση, είναι, όπως αναφέρει, «πως την επιχείρηση διάσωσης δυσχέραινε η παρουσία δύο πτωμάτων, του πατέρα και του αδερφού του, που λειτουργούσαν ως φραγμός». «Το παιδί αυτό έκανε στην άκρη κάθε συναισθηματισμό και βοηθούσε όσο μπορούσε στο έργο της διάσωσης του αδερφού του. Η φράση του εγκλωβισμένου παιδιού, 10%, που αφορούσε το επίπεδο αντοχής του καθώς και το ότι φώναζε το συνάδελφο μου που του έδινε νερό με το καλαμάκι, με το μικρό του όνομα, είναι κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ», σημειώνει και προσθέτει ότι οι ντόπιοι ήταν πάντα πρόθυμοι να προσφέρουν λίγο ζεστό τσάι ή ψωμί θέλοντας να ανταποδώσουν τη βοήθεια που προσέφεραν.
Για τον κ. Γιαννόπουλο δεν ήταν ο πρώτος σεισμός που είχε βρεθεί καθώς ήταν και στην αποστολή για τον σεισμό της Αλβανίας το 2019. Ωστόσο, όπως εξηγεί, οι διαφορές μεταξύ των δύο σεισμών είναι θεμελιώδεις.

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook