Δημήτρης Καντηλιεράκης Δημήτρης
Καντηλιεράκης
Οικονομολόγος

Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε μέσα από  την ταραχώδη και κρίσιμη περίοδο των μνημονίων, ως κόμμα διαμαρτυρίας, χαρακτηριστικό που ως τα σήμερα δεν κατόρθωσε να αποβάλλει. Η Αχτσιόγλου το διατύπωσε εύστοχα και περιεκτικά: Η κανονικότητα δεν είναι ποτέ μια ευκαιρία για την Αριστερά» ή τουλάχιστον για την Αριστερά που η ίδια εκπροσωπεί. Η επάνοδος της χώρας στην κανονικότητα φαίνεται να σηματοδοτεί το κλείσιμο του κύκλου του ΣΥΡΙΖΑ, καθότι δεν κατόρθωσε να μετατραπεί σε σταθερή πολιτική δύναμη με διακριτή πολιτική ταυτότητα και  ισχυρή κομματική συνοχή και σοβαρά κοινωνικά ερείσματα. Έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στους πολίτες που αναζητούσαν σταθερότητα και προοπτική ανάκαμψης.

Έτσι με την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα,  η δυναμική της διαμαρτυρίας, που αποτελεί τον πυρήνα της πολιτικής του ταυτότητας, έχανε την ελκτική της δύναμη. Το δε εγχείρημα του Α. Τσίπρα να μετατρέψει το κόμμα σε μια συγκεντρωτική και ηγετική πολιτική δύναμη, δεν απέτρεψε την πορεία προς την εκλογική ήττα. Καθώς επιχείρησε να αναγάγει την ηγετική του εικόνα σε κεντρικό στοιχείο της ιδεολογικής ταυτότητας και κομματικής συνοχής, αλλά και σε πόλο έλξης και σε μέσο συγκράτησης των αντιπαραθέσεων μεταξύ των συνιστωσών.  Εγχείρημα που απέτυχε παταγωδώς, καθώς στις τελευταίες εκλογές έχασε σχεδόν το μισό της εκλογικής του δύναμης.

Ο Σ. Κασσελάκης με την εκλογή του στην προεδρία παρέλαβε ένα κόμμα με χρόνιες υποβόσκουσες ιδεολογικοπολιτικές αντιθέσεις μεταξύ των τότε 18 συνιστωσών του.  Και μάλιστα το παρέλαβε χωρίς η προσωπικότητα του Α. Τσίπρα να λειτουργεί κατασταλτικά στην εκδήλωση των. Αυτές οι αντιθέσεις ήταν αναπότρεπτο να έλθουν στο προσκήνιο, καθώς ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει μια διαφορετική προσέγγιση για τον ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό και τον ρόλο του κόμματος από την κρατούσα παραδοσιακή αντίληψη. Και ως εκ τούτου ήταν φυσιολογική και αναπότρεπτη η σύγκρουση με πολλά από τα στελέχη των ενδιάμεσων οργάνων του κόμματος. Δοθέντος ότι είχαν εκλεγεί σε αυτά τα όργανα επί ηγεσίας Α.Τσίπρα με ότι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται.

Βέβαια οι πριν από λίγες μέρες διαφοροποιήσεις στενών συνεργατών του τέως προέδρου του κόμματος και πρώην πρωθυπουργού οδηγούν στην υπόθεση, ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να εργαλειοποιείται αυτή η αντιπαράθεση, για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά ο ουρανοκατέβατος νέος αρχηγός, προκειμένου  να επανέλθει ο Α. Τσίπρας ως σωτήρας. Ως  νέος Κιγκινάτος, που όμως δεν φαίνεται να διακρίνεται για την ανιδιοτέλεια του Ρωμαίου ηγέτη.  

Η σύγκρουση ήταν λοιπόν προδιαγεγραμμένη, καθώς ο νέος πρόεδρος και εξελέγη από την εκλογική και όχι από την κομματική βάση. Αλλά και γιατί εμφορείται, ως έχει επανειλημμένα δηλώσει, από την ιδέα ότι ό ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αφουγκράζεται και να υπηρετεί την κοινωνία. Μια αντίληψη εντελώς αντίθετη από την κρατούσα αντίληψη και νοοτροπία των στελεχών των πάλαι ποτέ συνιστωσών με διαφορετικό ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό που και σήμερα εν μέρει συγκροτούν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Δεδομένου ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όντας συνεπείς στις μαρξιστικές τους ιδεολογικές αρχές και θέσεις, έχουν ενστερνιστεί το ρόλο του καθοδηγητή και μπροστάρη στους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες. Καθώς και στο ότι η κοινωνία οφείλει να ακολουθεί το κόμμα. Παράλληλα επί εποχής Α.Τσίπρα «διδάχθηκαν» να ξεπερνούν τις ιδεολογικές και πολιτικές τους διαφορές, ανάγοντας την εικόνα του αρχηγού σε κεντρικό σημείο αναφοράς πολιτικού αυτοπροσδιορισμού και πολιτικής συσσωμάτωσης. Εξ ου και μετά την συντριπτική ήττα του περασμένου χρόνου, κυριάρχησε, κατά την εκλογική διαδικασία πλήρωσης της θέσης του παραιτηθέντος Α. Τσίπρα στην προεδρία του κόμματος, ως βασικό κριτήριο, το ποιος είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί και να νικήσει τον Κυρ. Μητσοτάκη.

Ωστόσο όμως η επικέντρωση του πολιτικού διαλόγου, στα τελευταία χρόνια και κατά την διαδικασία εκλογής του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, στην εναλλαγή προσώπων στην ηγεσία, απέκλεισε την αναζήτηση των αιτίων της συντριβής στις δομές, στην πολιτική ταυτότητα και την λειτουργία της κομματικής οργάνωσης. Γεγονός που συνέβαλε, στο να θεωρηθεί η δομή και ταυτότητα του κόμματος ως θέματα αδιαπραγμάτευτα και αμετάβλητα. Και ως εκ τούτου να αποκλείεται το άνοιγμα της όποιας συζήτησης για την δομή, την ταυτότητα τον προσανατολισμό του κόμματος για ενδεχόμενη αλλαγή τους.

Ως εκ τούτου ήταν αναπότρεπτο να πυροδοτήσει την εσωκομματική αντιπαράθεση η πρωτοβουλία του Προέδρου να ζητήσει τη γνώμη των μελών του κόμματος για θέματα που αφορούν στη δομή, στην ονομασία, στο λογότυπο, καθώς και στην πολιτική ταυτότητα του. Συγκεκριμένα, στο ερωτηματολόγιο, τίθενται, μεταξύ άλλων ερωτήματα προς τη βάση με ζητούμενο τη δημόσια εικόνα του κόμματος, όπως εάν «επιθυμείτε ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει όνομα» ή αντιστοίχως ένα «επιθυμείτε ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει λογότυπο» το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και ερωτήματα με σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό, όπως για παράδειγμα εάν ο «ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αυτοπροσδιοριστεί ως Κεντροαριστερά ή ως Αριστερά», ζήτημα που απασχολεί πολύ έντονα το τελευταίο διάστημα τις εσωκομματικές συζητήσεις.

Υπό το πρίσμα αυτό και σε τελική ανάλυση το δίλημμα που αντιμετωπίζουν στο ΣΥΡΙΖΑ είναι: αν το σκάφος πρέπει να παραμείνει  στις ξέρες και σιγά σιγά να βουλιάζει ή να γίνει προσπάθεια μετασκευής του και αλλαγής ρότας να για να καταστεί αξιόπλοο. Επί αυτού συγκρούονται αντιλήψεις, νοοτροπίες και πρακτικές, όπως αν το κόμμα και τα στελέχη του οφείλουν να αφουγκράζονται και να υπηρετούν την κοινωνία ή το αντίθετο;  Αν η κοινωνία αποτελείται από ενημερωμένους, ώριμους και υπεύθυνους πολίτες ή από μάζες που χρειάζονται διαφωτιστές και καθοδηγητές; Αν το κόμμα είναι ανοικτό κύτταρο της κοινωνίας ή κλειστό και πάνω από την κοινωνία; Αν «φυτώριο» ηγεσίας είναι το κόμμα ή η κοινωνία; Αν τα κομματικά στελέχη είναι ινστρούχτορες (καθοδηγητές) ή εντολοδόχοι της κοινωνίας;

Είναι προφανές ότι οι απαντήσεις του προέδρου είναι διαμετρικά αντίθετες από τις απαντήσεις στελεχών που διακατέχονται από την παραδοσιακή λενιστική αντίληψη. Δεδομένου ότι ο πρόεδρος εισαγάγει μια νέα αντίληψη, νοοτροπία και πρακτικές που σε πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ξένες και αντίθετες στις ιδεολογικές αρχές που με συνέπεια υπηρέτησαν αλλά και στις βιωματικές εμπειρίες που αποκόμισαν σε μακροχρόνιους αγώνες. Καθώς τώρα καλούνται άμεσα να αμφισβητήσουν και να αναθεωρήσουν πεποιθήσεις, πρακτικές που συνδέονται με βιωματικές τους εμπειρίες.

Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι στελέχη του κόμματος αντιμετωπίζουν πέρα από τα πολιτικά ζητήματα και προσωπικά προβλήματα.  Ιδίως αυτά που έχουν ενστερνιστεί βαθιά την ιδεολογία και το ρόλο τους τόσο εντός του κόμματος όσο και απέναντι στην κοινωνία. Καθώς βρίσκουν μέρος της προσωπικής και κοινωνικής τους ταυτότητας μέσα από τις ιδεολογικές τους πεποιθήσεις και δράσεις του κόμματος. Καθώς είχαν μάθει και βιώσει, ότι η ανάδειξη της ηγεσίας και των στελεχών γινόταν με βάση την κομματική επετηρίδα και τον αριθμό των κομματικών ενσήμων.  Καθώς και στο ότι η κοινωνία οφείλει να ακολουθεί το κόμμα και όχι το κόμμα την κοινωνία.  Αλλά και στο να μην αντιμετωπίζουν τον πολίτη σαν εντολοδόχο και τον λαό σαν μάζα που χρήζει διαφώτισης και καθοδήγησης. Και τελικά να έχουν την αίσθηση ότι οι προσπάθειες και οι θυσίες τους για το κόμμα ήταν μάταιες.

Εν κατακλείδι, η ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ και η διατήρηση του ως κόμμα εξουσίας, θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από το κατά πόσο θα πιστέψουν ότι και η κανονικότητα θα αποτελεί ευκαιρία για την Αριστερά. Και αυτό θα εξαρτηθεί αν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα κάνουν την προσωπική τους υπέρβαση για να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και ανταποκριθούν στις επιταγές των καιρών. 

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook