Γιάννης Κριαράς Γιάννης
Κριαράς
Ιδιοκτήτης "Κτηματεμπορική"

Η οικονομική άνθηση της Ελλάδας οδήγησε σε απότομες αυξήσεις τιμών σε όλη την επικράτεια της χώρας.

«Οι τιμές των διαμερισμάτων στην Αθήνα αυξάνονται με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς από ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις», ανέφερε ο τίτλος του Bloomberg τον περασμένο Νοέμβριο. Τα στοιχεία που εμφανίζονται στο άρθρο υποδεικνύουν ότι οι τιμές των διαμερισμάτων στην Αθήνα εκτινάχθηκαν τον Οκτώβριο, σε σύγκριση με πέρυσι, κατά 12%, «σχεδόν τρεις φορές την αύξηση που καταγράφηκε στη Στοκχόλμη και σε αντίθεση με την πτωτική τάση των τιμών στο Παρίσι», αναφέρεται ενδεικτικά στο άρθρο.

Αλλά στην πραγματικότητα, το άλμα στις τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα είναι εμφανές καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους εδώ και αρκετά χρόνια. Το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2023, οι τιμές των ακινήτων στην Αθήνα αυξήθηκαν κατά 17% και 14% αντίστοιχα, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας. Στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, τη Θεσσαλονίκη αυξήσεις έως και 15% καταγράφηκαν το τρίτο τρίμηνο, σε σχέση με το περσινό έτος. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, οι αυξήσεις τιμών στην Αθήνα ήταν κατά μέσο όρο 10% ετησίως και σε άλλες περιοχές (εκτός από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη) κατά μέσο όρο 5% ετησίως.

Ο παράγοντας «Ισραήλ»

Ένας εκ των βασικότερων επενδυτών στην εγχώρια αγορά της Ελλάδας σε επίπεδο αγοράς κατοικίας είναι το Ισραήλ. Στα μάτια των Ισραηλινών, παρόλες τις αυξήσεις τιμών,  οι τιμές εξακολουθούν να είναι ελκυστικές. Άλλωστε, οι Ισραηλινοί αναζητούν επιλογές ακινήτων στο εξωτερικό, ως διαφυγή από τον πόλεμο, ένα φαινόμενο που δεν είναι μόνο τωρινό, αλλά ισχύει τα τελευταία χρόνια.

Ας επανέλθουμε όμως στις τιμές. Για παράδειγμα, το κόστος ακινήτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη κυμαίνεται σε τιμές από 100-200 χιλιάδες ευρώ (400-800 χιλιάδες σέκελ) κατά μέσο όρο. Στην Αθήνα, για παράδειγμα, ένα διαμέρισμα εμβαδού 50-70 τετραγωνικών μέτρων σε τιμές που κυμαίνονται γύρω στα 100.000 ευρώ μπορεί κανείς να βρει σε περιοχές όπως η γειτονιά του Πειραιά, που είναι κοντά στο λιμάνι. Στις αριστοκρατικές περιοχές της Αθήνας, για παράδειγμα σε γειτονιά  κοντά στην Ακρόπολη, ένα διαμέρισμα 100 τετραγωνικών μέτρων θα κοστίσει περίπου 300.000 ευρώ. Ένα διαμέρισμα 80 τετραγωνικών μέτρων στην περιοχή αυτή, θα νοικιαστεί κατά μέσο όρο περίπου 900 ευρώ.

Τα παραπάνω κόστη δεν είναι απαγορευτικά, αλλά εδώ υπάρχει και ο κίνδυνος που εκπορεύεται από τη συνεχή αύξηση των τιμών και προφανώς του διεθνούς πλαισίου ανταγωνισμού.

Τι έψαχνε να αγοράσει ο κόσμος πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και τι ψάχνει τώρα;

«Πριν τον πόλεμο, η πλειοψηφία έψαχνε για επενδύσεις σε ακίνητα και τώρα πολλοί ψάχνουν να αγοράσουν μονοκατοικίες για να ζήσουν. Ανάμεσά τους, για παράδειγμα, είναι εργαζόμενοι που μπορούν να εργαστούν εξ αποστάσεως. Κοιτάζουν μικρά χωριά κατά μήκος των ακτών, περίπου μια ώρα οδικώς από την Αθήνα», αναφέρει ο ιδιοκτήτης της μεσιτικής εταιρίας  KTIMATOEMPORIKI real estate in Greece κ. Γιάννης Κριαράς*, ο οποίος έχει κυρίως και κατά κόρον πελάτες από το Ισραήλ, με portfolio που ξεπερνά τα 10.000 ακίνητα σε όλη την Ελλάδα.

«Ο πόλεμος αύξησε τη ζήτηση για αγορά ακινήτων στο εξωτερικό. Αυτό ισχύει για την Ελλάδα, καθώς και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως την Πορτογαλία και την Κύπρο. Οι άνθρωποι αναζητούν ένα ασφαλές μέρος. Υπάρχουν περισσότεροι από πριν που θέλουν να αγοράσουν ακίνητα για τον εαυτό τους, όχι για επένδυση, ενώ πολλοί ρωτούν για την επιλογή βραχυχρόνιων ενοικιάσεων στο Airbnb, ώστε αν χρειάζονται διαμέρισμα, να τους είναι διαθέσιμο».

Χρυσή Βίζα

Σε αυτό το σημείο μπαίνει ο ελκυστικός παράγοντας «Χρυσή Βίζα», με την οποία εξασφαλίζεται στον επενδυτή η δυνατότητα για την τουλάχιστον πενταετή διαμονή του στην Ελλάδα. Το κόστος αυτής της επιλογής ανέρχεται στα 500.000 ευρώ για το κέντρο της Αθήνας, τη Θεσσαλονίκη, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, ενώ για τις υπόλοιπες περιοχές στα 250.000 ευρώ. Στην Κύπρο, απαιτούνται περίπου 300 χιλιάδες ευρώ για αυτή την επένδυση, ενώ  στην Πορτογαλία το κόστος ανέρχεται στις 500 χιλιάδες ευρώ με αρκετά επιπλέον προνόμια βέβαια.

«Η Χρυσή Βίζα αυτή τη στιγμή παίζει ρόλο στα μάτια των Ισραηλινών. Ιδίως όταν πρόκειται για μία χώρα φιλικά προσκείμενη στο Ισραήλ. Πιστεύω ακράδαντα ότι η Ελλάδα αποτελεί μία από τις πρώτες επιλογές των Ισραηλινών, τόσο επειδή γεωγραφικά είμαστε κοντά στη χώρα τους, όσο και επειδή η χώρα μας θεωρείται ασφαλής και φιλικός προς αυτούς προορισμός», σημειώνει ο κ. Κριαράς.

Η κατάσταση στην Ελλάδα, η εμπιστοσύνη και το όνειρο

Οι αυξήσεις των τιμών στην Ελλάδα ξεκίνησαν γύρω στο 2018, περίπου μια δεκαετία αφότου η οικονομία της χώρας αντιμετώπισε τη χρεοκοπία. Ήδη το 2019, με την άνοδο του Κυριάκου Μητσοτάκη στην κυβέρνηση, ο οποίος εξελέγη φέτος το Καλοκαίρι για άλλη μια θητεία, κατάφερε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην οικονομία και οι τιμές των ακινήτων άρχισαν να ανεβαίνουν, έως και 11% μόνο εκείνη τη χρονιά. Το 2022, οι τιμές στην Αθήνα αυξήθηκαν κατά 14%, ενώ στο Παρίσι μειώθηκαν κατά 2,5% και στο Λονδίνο και το Μιλάνο αυξήθηκαν, αλλά με χαμηλότερους ρυθμούς, γύρω στο 6% και στις δύο πόλεις.

Ταυτόχρονα σημειώνεται έντονο ενδιαφέρον από Βρετανούς, Αμερικανούς και Γερμανούς που ενδιαφέρονται για ένα σπίτι στην Ελλάδα σε σχετικά χαμηλές τιμές. «Όπως σωστά έχει ειπωθεί: Όλοι έχουν ένα όνειρο για ένα σπίτι σε ένα ελληνικό νησί, κοντά στη θάλασσα, και  αυτό το όνειρο προσπαθούμε ως εταιρία (σ.σ. Κtimatoemporiki) όχι να πουλήσουμε, αλλά να διασφαλίσουμε ότι μπορεί να γίνει πραγματικότητα» αναφέρει ο κ. Κριαράς. 

Η Amazon και η Microsoft ανοίγουν γραφεία στην Αθήνα

Η Ελλάδα πράγματι, βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης. Ακριβώς πριν από έναν χρόνο, ο Economist χαρακτήρισε την Ελλάδα ως «απρόσμενο νικητή της οικονομίας», αφού παρουσίασε εντυπωσιακά ποσοστά ανάπτυξης: 8% το 2021 και 6% το 2022, κάτι που συνεχίστηκε και το 2023. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι πολλές πολυεθνικές εταιρείες τεχνολογίας και φαρμακευτικών εταιρειών της παγκόσμιας κοινότητας επενδύουν στην Ελλάδα  (πχ Microsoft, Google, Pfizer και Amazon έχουν δημιουργήσει ήδη γραφεία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη τα τελευταία χρόνια) συμβάλλοντας έτσι στην καλή εικόνα της χώρας προς τη Διεθνή Κοινότητα.

Ο φόβος για «φούσκα» και η ευκαιρία για την αποφυγή της 

Από την άλλη, τώρα τίθεται και το ερώτημα αν το άλμα των τιμών δεν προαναγγέλλει «φούσκα». «Οι τιμές ανά τετραγωνικό μέτρο είναι υψηλότερες ενώ σε ορισμένες περιοχές, ξεπερνούν τα επίπεδα του 2007, όταν ακόμη και τότε γινόταν λόγος για φούσκα».

Ο φόβος λοιπόν για το ενδεχόμενο «φούσκας», σε συνάρτηση με την ολοένα και περισσότερο αυξανόμενη τάση των τιμών των ακινήτων, δημιουργεί ένα πλαίσιο ανασφάλειας στον επενδυτή. Ταυτόχρονα, τον ωθεί να κοιτάξει και άλλες αγορές (ενδεχομένως παραπλήσιες της ελληνικής).

Παρόλα αυτά, όσο υπάρχει ζήτηση, οι τιμές θα ανεβαίνουν. Είναι δύσκολο να ξέρεις τι ακριβώς είναι μια «φούσκα», μέχρι τη στιγμή που η τιμή αρχίζει να πέφτει.

«Η Ελλάδα έχει μια χρυσή ευκαιρία να αποφύγει τον κίνδυνο της «φούσκας», αν και εφόσον η ήδη υψηλές τιμές των ακινήτων κρατηθούν σε αυτά τα επίπεδα και δεν ανέβουν με αλματώδη πορεία. Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό οι ιδιοκτήτες να επενδύσουν στην ποιοτική αναβάθμιση των κατοικιών που ενδιαφέρονται να πουλήσουν, ώστε το προϊόν τους να πάρει την υπεραξία που του αναλογεί. Υπό αυτό το πρίσμα, θεωρώ ότι οι λογικές αυξήσεις στις τιμές των ακινήτων δεν θα είναι απαγορευτικές για ξένους επενδυτές, αλλά ένα λογικό αντίκρισμα του προϊόντος που καλούνται να αγοράσουν. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα 10.000 περίπου ακίνητα που διαχειρίζεται η εταιρία μας σε όλη την Ελλάδα, το πρώτο πράγμα για το οποίο εγγυόμαστε στον πελάτη είναι ότι η εικόνα του ακινήτου δεν είναι μόνο «βιτρίνα», αλλά και «ισχυρό θεμέλιο», άρα άξιο για επένδυση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Κριαράς.

Ακολουθήστε το flashnews.gr στο Google News και την σελίδα μας στο Facebook